ΚΟΚΚΙΝΟ ΜΕΤΩΠΟ (Λουί Αραγκόν) Ένα γλύκισμα για το σκυλί μου Ένα δάχτυλο συμπόνιας. Καλά κυρία μου. Είμαστε στου Μαξίμ(1) εν έτει σωτηρίω χίλια ενιακόσια τριάντα. Βάζουν χαλιά κάτου από τις μπουκάλες για να μη προσκρούσει ο αριστοκρατικός τους κώλος στις δυσκολίες της ζωής χαλιά για να κρύβουν τη γη χαλιά για να σβήσουν το θόρυβο της σόλας των παπουτσιών των γκαρσονιών. Τα ποτά πίνονται με καλαμάκια που τα τραβάει κανείς από ένα μικρό ρούχο προφυλακτικό. Ευαισθησία. Υπάρχουν πίπες ανάμεσα στα τσιγάρα και στον άνθρωπο και στ’ αυτοκίνητα σούστες σκάλες υπηρεσίας γι’ αυτούς που κουβαλούν πακέτα και μεταξωτό χαρτί γύρω στα πακέτα και χαρτί γύρω στο μεταξωτό χαρτί γιατί όσο θέλει κανείς δεν κοστίζει. Τίποτες το χαρτί ούτε το μεταξωτό χαρτί ούτε τα καλαμάκια ούτε η σαμπάνια ή τόσο λίγο ούτε η σταχτιέρα ρεκλάμα ούτε το στουπόχαρτο ρεκλάμα ούτε το μερολόγιο ρεκλάμα ούτε τα φώτα ρεκλάμα ούτε οι εικόνες στους τοίχους ρεκλάμα ούτε οι γούνες επάνου στην κυρία ρεκλάμα ρεκλάμα οι οδοντογλυφίδες...
κι αν δεν νικήσουμε ποτέ, θα πολεμάμε πάντα