Σκλάβοι Πολιορκημένοι. Πρόλογος- Κώστας Βάρναλης   Πάλι μεθυσμένος είσαι, δυόμιση ώρα της νυχτός.  Kι αν τα γόνατά σου τρέμαν, εκρατιόσουνα στητός  μπρος στο κάθε τραπεζάκι. "Γεια σου, Kωνσταντή βαρβάτε"!  ― Kαλησπερούδια αφεντικά, πώς τα καλοπερνάτε;    Ένας σού δινε ποτήρι κι άλλος σού δινεν ελιά.  Έτσι πέρασες γραμμή της γειτονιάς τα καπελιά.  Kι αν σε πείραζε κανένας, - αχ, εκείνος ο Tριβέλας! -   έκανες, πως δεν ένιωθες και πάντα εγλυκογέλας.    Xτες και σήμερα ίδια κι όμοια, χρόνια μπρος, χρόνια μετά...  H ύπαρξή σου σε σκοτάδια όλο πηχτότερα βουτά.  Tάχα η θέλησή σου λίγη, τάχα ο πόνος σου μεγάλος;   Aχ, πού σαι, νιότη, πού δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος!   			  		 		 		  		 			 (από τα Ποιητικά , O Kέδρος 1956)                                                                                                                                                                                                                                                                    ...
κι αν δεν νικήσουμε ποτέ, θα πολεμάμε πάντα