Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Άρης Αλεξάνδρου

Με τις λέξεις σου να είσαι πολύ προσεχτικός -Άρης Αλεξάνδρου

  Με τις λέξεις σου να είσαι πολύ προσεχτικός όπως είσαι ακριβώς μ’ έναν βαριά τραυματισμένο που κουβαλάς στον ώμο. Εκεί που προχωράς μέσα στη νύχτα μπορεί να τύχει να γλιστρήσεις στους κρατήρες των οβίδων μπορεί να τύχει να μπλεχτείς στα συρματοπλέγματα. Να ψαχουλεύεις στο σκοτάδι με τα γυμνά σου πόδια κι όσο μπορείς μη σκύβεις για να μη σούρνονται τα χέρια του στο χώμα. Βάδιζε πάντα σταθερά σαν να πιστεύεις πως θα φτάσεις πριν σταματήσει η καρδιά του. Να εκμεταλλεύεσαι κάθε λάμψη απ’ τις ριπές των πολυβόλων για να κρατάς σωστόν τον προσανατολισμό σου πάντοτε παράλληλα στις γραμμές των δυο μετώπων. Ξεπνοϊσμένος έτσι να βαδίζεις σαν να πιστεύεις πως θα φτάσεις εκεί στην άκρη του νερού εκεί στη πρωινή την πράσινη σκιά ενός μεγάλου δέντρου. Προς το παρόν, να ‘σαι πολύ προσεχτικός όπως είσαι ακριβώς μ’ έναν μελλοθάνατο που κουβαλάς στον ώμο.

Άρης Αλεξάνδρου, Το Κιβώτιο, 1998, Κέδρος, σ. 178-179

     Κυριακή, 13 Οκτωβρίου 1949 Σύντροφε ανακριτά, αρχίζω να αναρωτιέμαι αν είσαστε πράγματι σύντροφος. Ή μάλλον, αρχίζω να πιστεύω πως δεν είσαστε και σας το λέω έξω απ' τα δόντια, αδιαφορώντας αν θα προκαλέσω την οργή σας. Επιτέλους, ελάτε στη θέση μου, προσπαθήστε να δείτε την κατάσταση με τα δικά μου μάτια και πέστε μου ύστερα αν έχω δίκιο να λέω ότι το πράγμα καταντάει αφύσικο. Κατέγραψα τόσα γεγονότα, ανέφερα συγκεκριμένα στοιχεία, ονόματα, ημερομηνίες, επανήλθα σε λεπτομέρειες για να διευκρινίσω τα τυχόν σκοτεινά σημεία, ομολόγησα ότι έτυχε να πω σε ορισμένες περιπτώσεις τη μισή αλήθεια κι όμως εσείς εξακολουθείτε να σωπαίνετε, δεν εννοείτε να παίξετε σωστά τον ρόλο σας, δεν εννοείτε να μου υποβάλετε ερωτήσεις, με αφήνετε να εικάζω τι μπορεί να σας ενδιαφέρει – μάντης είμαι; Περνώντας από εικασία σε εικασία, μου πέρασε η σκέψη πως δεν έχω να κάνω με σύντροφο – ναι, το ομολογώ, είναι μέρες τώρα που υποπτεύτηκα πως η πόλη Κ μπορεί κάλλιστα να ξανάπ...

Στο κολαστήριο της Μακρονήσου ( Άρης Αλεξάνδρου)

  Στη Μακρόνησο, μάς συντάξανε κατά εξάδες και μας οδήγησαν στην πλαγιά, όπου περίμεναν κιόλας τα συνεργεία διαφωτίσεως. Ένας ανθυπολοχαγός, περιστοιχισμένος από ροπαλοφόρους αλφαμίτες, μάς έβγαλε ένα σύντομο λογίδριο (οι Έλληνες από δω, οι Βούλγαροι από κει). Τα ρόπαλα είχαν μήκος 50 έκ. περίπου, με διάμετρο πάχους από 4 ως 5 εκ. αν δε με γελάει το οφθαλμόμετρό μου – μικρότερη η διάμετρος στη λαβή, μεγάλωνε ομαλά και αποκτούσε το μέγιστο μήκος της στην άκρη. Ένας αλφαμίτης κράταγε μια χοντρή, φιδωτή ρίζα πουρναριού, πολύ μεγαλύτερη απ' τα ρόπαλα. Σιδερένιους λοστούς δεν είχανε. Μετά το τέλος του λογίδριου, δεν κουνήθηκε κανένας. Είπαν τότε στην πρώτη εξάδα να προχωρήσει και οι αλφαμίτες εφορμήσανε αμέσως και αρχίσανε να χτυπάνε με τα ρόπαλα, ένας ή και δυο τον κάθε κρατούμενο. Κοίταζα, θυμάμαι, να δω όσο το δυνατόν περισσότερα ανεβοκατεβάσματα των ροπάλων ταυτόχρονα, ήθελα να μη μου διαφύγει καμιά λεπτομέρεια, αλλά το μάτι δεν έχει βέβαια αυτή τη δυνατότητα, αναγκαζό...

Νανούρισμα -Άρης Αλεξάνδρου

    Νανούρισμα -Άρης Αλεξάνδρου Κοιμήσου και πλαγιάσανε τ’ αστέρια στις παντιέρες είν’ το φεγγάρι στη σκοπιά κι ο ΕΛΑΣ στα καραούλια κ’ έχεις κουβέρτα σύγνεφο και κούνια σου την πέτρα. Κοιμήσου μέρα κόκκινη της άνοιξης αχείλι πόχεις τον ήλιο στην καρδιά τη λευτεριά στα μάτια και σε παινάει το δειλινό και σε ζουλεύει η αυγούλα. Κοιμήσου κ’ έπιασε δουλειά των μπουμπουκιών η βάρδια τα δέντρα ανασκουμπώθηκαν έβαλε μπρος ο γήλιος να βγάλει το πεντάχρονο τα κόκκινα κεράσια. Κοιμήσου και το Πάσχα μας προκήρυξη θα βγάλει το γέλιο σου το σύνθημα καλοκαιριάς ελπίδα να το μοιράσει η θάλασσα στων λιμανιών τις πόρτες. Κοιμήσου και παράγγειλα στην ΕΣΣΔ ένα τραγούδι να σου το λένε οι όμορφες να σου το λέει ο Μάης να το χορεύει η ξεγνοιασιά ν’ ακούει ο κόσμος όλος. Ποίημα της συλλογής «Ακόμα τούτη η άνοιξη» (1946) που μετά δημοσιεύτηκε στη συγκεντρωτική έκδοση Ποιήματα 1941-1974.

Άρης Αλεξάνδρου: Με τι μάτια τώρα πια

      Άρης Αλεξάνδρου: Με τι μάτια τώρα πια   Το ποίημα περιέχεται στη συλλογή Ευθύτης οδών (1959).   Βιάστηκες μητέρα να πεθάνεις. Δεν λέω, είχες αρρωστήσει από φασισμό κι ήταν λίγο το ψωμί έλειπα κι εγώ στην εξορία ήτανε λίγος ο ύπνος κι ατέλειωτες οι νύχτες μα πάλι ποιος ο λόγος να απελπιστείς προτού να κλείσεις             τα εξηντατέσσερα μπορούσες να 'σφιγγες τα δόντια έστω κι αυτά τα ψεύτικα τα χρυσά σου δόντια μπορούσες ν' αρπαζόσουνα από 'να φύλλο πράσινο απ' τα γυμνά κλαδιά απ' τον κορμό μα ναι το ξέρω γλιστράν τα χέρια κι ο κορμός του χρόνου δεν έχει φλούδα             να πιαστείς όμως εσύ να τα 'μπηγες τα νύχια και να τραβούσες έτσι πεντέξι-δέκα χρόνια σαν τους μισοπνιγμένους που τους τραβάει ο χείμαρρος κολλημένους στο δοκάρι του γκρεμισμένου τους σπιτιού. Τι βαραίνουν δέκα χρόνια για να με ξαναδε...

Άρης Αλεξάνδρου, «Το μαχαίρι»

    Σαλβαντόρ Νταλί Άρης Αλεξάνδρου, «Το μαχαίρι» Όπως αργεί τ’ ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι έτσι αργούν κ’ οι λέξεις ν’ ακονιστούν σε λόγο. Στο μεταξύ όσο δουλεύεις στον τροχό πρόσεχε μην παρασυρθείς μην ξιπαστείς απ’ τη λαμπρή αλληλουχία των σπινθήρων. Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι.

Ο Άρης Αλεξάνδρου και η ουτοπία στο «Κιβώτιο» (από LIFO)

  Ο Άρης Αλεξάνδρου (1922-1978) θεωρείται ποιητής της μεταπολεμικής γενιάς και είναι γνωστός για τις μεταφράσεις του, κυρίως του Ντοστογιέφσκι και άλλων Ρώσων κλασικών στις εκδόσεις Γκοβόστη. Το μοναδικό του μυθιστόρημα, το εμβληματικό «Κιβώτιο», διανύει φέτος τη δεύτερη συνεχή χρονιά ως θεατρική παράσταση στο Studio Μαυρομιχάλη, σε σκηνοθεσία Φώτη Μακρή και Κλεοπάτρας Τολόγκου, με τον Φώτη Μακρή στον κεντρικό ρόλο (υποψήφιος για το βραβείο Κάρολου Κουν). Μετά από κάθε παράσταση συντονίζεται συζήτηση με ομιλητές καθηγητές, συγγραφείς και δημοσιογράφους. Η γεμάτη σασπένς υπόθεση του έργου βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα του εμφύλιου πολέμου, αλλά ταυτόχρονα προβληματίζει τον θεατή με τις πολυεπίπεδες πολιτικές/φιλοσοφικές προεκτάσεις του μονολόγου ενός και μόνου βασικού ήρωα που έχει μείνει ζωντανός, μετά την αποτυχημένη «Επιχείρηση Κιβώτιο», μια αποστολή 40 συντρόφων να μεταφέρουν ένα κιβώτιο μεταξύ δύο πόλεων, χάνοντας ένας-ένας τη ζωή του, συχνά κάτω από αλλοπρόσαλλες συνθήκε...