Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαμπράκηδες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαμπράκηδες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 24 Ιουνίου 2023

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΝΕΟΛΑΙΑ ΛΑΜΠΡΑΚΗ Jean Meynaud

 

  Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΝΕΟΛΑΙΑ ΛΑΜΠΡΑΚΗ

Τα τέλη του Μαΐου 1963, λίγες ημέρες μετά το έγκλημα της Θεσσαλονίκης και ενώ χαροπαλεύει ακόμη ο Γρηγόρης Λαμπράκης, μια επιτροπή αποτελούμενη κυρίως από καλλιτέχνες και διανοούμενους, με πρόεδρο το συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, ιδρύει τη «Δημοκρατική Κίνηση Νέων Γρηγόρης Λαμπράκης» με σκοπό την προάσπιση των ιδανικών για τα οποία θυσίασε τη ζωή του ο συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ βουλευτής.

Χωρίς να ανήκει οργανικά στην ΕΔΑ ή να αποκλείει την προσχώρηση μελών που προέρχονται από τις νεολαίες άλλων δημοκρατικών κομμάτων, η ΔΚΝΓΛ εντάσσεται ιδεολογικά στο χώρο της Αριστεράς, από την οποία προέρχονται τα κυριότερα στελέχη της.

Η επιτυχία που σημείωσε αμέσως η κίνηση και οι ευρύτατες διαστάσεις που παίρνει θέτουν πολύ σύντομα στους ηγέτες της ένα πρόβλημα οργάνωσης και ένα πρόβλημα στελεχών. Το πρόβλημα αυτό αποφασίζεται να λυθεί με τη συγχώνευση της κίνησης με τις πολιτικές νεολαίες των δημοκρατικών εκείνων κομμάτων που συμμερίζονται την ιδεολογική γραμμή της στο πλαίσιο μιας νέας ανεξάρτητης και μαζικής πολιτικής οργάνωσης νεολαίας.

Η έκκληση αυτή γίνεται δεκτή μόνο από την οργάνωση νεολαίας του κόμματος της ΕΔΑ (ΝΕΔΑ) και η συγχώνευση πραγματοποιείται στις 16 Σεπτεμβρίου 1964.

Η νέα πολιτική οργάνωση νεολαίας παίρνει την επωνυμία «Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη» και διοικείται -μέχρι την εκλογή από το 1ο της Συνέδριο του νέου της Κεντρικού Συμβουλίου, στις 2 Απριλίου 1965- από ένα ενιαίο όργανο στο οποίο μετέχουν όλα τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου της ΝΕΔΑ και της ιδρυτικής επιτροπής της ΔΚΝΓΛ.

Η ΔΝΛ δεν αποτελεί επομένως τμήμα της ΕΔΑ, καίτοι οι σκοποί που της έταξαν οι ιδρυτές της και το πρώτο της συνέδριο: ειρήνη, εθνική ανεξαρτησία, σοσιαλισμός και πάλη κατά του ιμπεριαλισμού, συμπίπτουν με τους σκοπούς της Αριστεράς και την εντάσσουν στο ιδεολογικό της στρατόπεδο. Η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη είναι εξάλλου τακτικό μέλος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Δημοκρατικών Νεολαιών (ΠΟΔΝ) στο πλαίσιο της οποίας διατηρεί φιλικές σχέσεις με την κυπριακή οργάνωση νεολαίας ΕΔΟΝ και τις νεολαίες του κομμουνιστικού και των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ιταλίας.

Η ΔΝΛ δεν αρνείται τη συγγένεια της με το κόμμα της Αριστεράς, υπογραμμίζει ωστόσο την αυτοτέλεια της.

Ανώτατο όργανο της οργάνωσης είναι το Πανελλήνιο Συνέδριο της που συνέρχεται κάθε τρία χρόνια. Το Συνέδριο με μυστική ψυφοφορία εκλέγει το Κεντρικό Συμβούλιο της οργάνωσης καθώς και μια Εξελεγκτική Επιτροπή για τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης του Κεντρικού Συμβουλίου. Η οργάνωση διαθέτει επίσης ένα Εθνικό Συμβούλιο προσωπικοτήτων, που με το κύρος τους ενισχύουν τις δραστηριότητες της.

Το Κεντρικό Συμβούλιο συνέρχεται τακτικά τρεις φορές το χρόνο και έκτακτα με απόφαση του Προεδρείου του ή αν το ζητήσει το ένα τρίτο των μελών του. Την τρέχουσα διοίκηση μέσα στο πλαίσιο των αποφάσεων του και των αποφάσεων του Συνεδρίου ασκεί το Προεδρείο του Συμβουλίου.

Η οργάνωση στηρίζεται σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις. Στην πρώτη βαθμίδα της δομής της υπάρχει η ομάδα Λαμπράκη που σχηματίζεται στους τόπους κατοικίας, εργασίας, σπουδών ή ψυχαγωγίας μελών της οργάνωσης. Οι ομάδες εκλέγουν την επιτροπή τους και εκπροσωπούνται στις συνελεύσεις των τμημάτων που αποτελούν τις δευτεροβάθμιες οργανώσεις της καταστατικής δομής.

Το Συμβούλιο επικοινωνεί με τα τμήματα με τη μεσολάβηση των νομαρχιακών οργανώσεων ή των οργανώσεων πόλεως προκειμένου για την Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη.

Από την ίδρυση της η οργάνωση Λαμπράκη έχει αναπτύξει αξιόλογη δράση. Εκτός από τις ποικίλες εκδηλώσεις της πάνω σε γενικότερα πολιτικά θέματα όπως το Κυπριακό, η διενέργεια εκλογών μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου, η ειρήνη στο Βιεντάμ κτλ., τα μέλη της με κέντρα τις Λέσχες Λαμπράκη αναπτύσσουν και πρωτοβουλίες πολιτιστικού περιεχομένου, αναλαμβάνοντας την οργάνωση ή συμμετέχοντας σε αθλητικές, καλλιτεχνικές ή πνευματικές εκδηλώσεις.

Η δραστηριότητα αυτή και η γρήγορη εξάπλωση της οργάνωσης ανησύχησαν ασφαλώς την καθεστηκυία τάξη που ζητά τη διάλυση της και παρεμβάλλει εμπόδια στη δραστηριότητα της. Αναφέρουμε την εγκύκλιο 1010/1964 της κυβέρνησης Παπανδρέου, δυνάμει της οποίας πραγματοποιήθηκαν πολλές αποβολές Λαμπράκηδων από τα σχολεία του κράτους. Αναφέρουμε επίσης ότι η αστυνομία απαγορεύει το σκάκι στις λέσχες της οργάνωσης, επικαλούμενη μια αστυνομική διάταξη που απαγορεύει τα τυχερά παιχνίδια και τη χαρτοπαιξία. Όμως, κατά την ίδια ακριβώς περίοδο, σοβαρή αρθρογράφος της Δεξιάς ζητούσε χαριτολογώντας να επιτραπεί και πάλι η λειτουργία των «σφαιριστηρίων», ώστε να μην παρασύρεται η νεολαία από τους Λαμπράκηδες. Δεν έλειψαν βέβαια και οι προκλήσεις, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, όπως στο Μυλοχώρι του Κιλκίς, όπου «άγνωστοι» ανατίναξαν με δυναμίτιδα τη λέσχη που έχτισαν με προσωπική τους εργασία τα μέλη της οργάνωσης.

Για να κλείσουμε την παράγραφο, θα υπενθυμίσουμε ότι από τα πρακτικά του Συμβουλίου του Στέμματος διαφαίνεται ότι ακόμη και ο βασιλιάς είχε ασκήσει πίεση στον πρωθυπουργό Παπανδρέου για τη διάλυση της οργάνωσης και ότι η διάλυση της αποτέλεσε για τον αρχηγό της EPE Π. Κανελλόπουλο το πρόσχημα της υπαναχώρησης του από την αρχική του συμφωνία με τον ηγέτη της ΕΚ για τη διεξαγωγή εκλογών με κυβέρνηση της EPE, μετά την καταψήφιση της κυβέρνησης Τσιριμώκου. Η τάση αυτή της Δεξιάς να αποδίδει κάθε εκδήλωση για μια δημοκρατική λύση της κρίσης της 15ης Ιουλίου 1965 στη Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη αποτελεί, ασφαλώς, για την οργάνωση την καλύτερη δυνατή προβολή της.

 

Jean Meynaud (Π. Μερλόπουλος – Γ. Νοταράς) Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, 1946-1965, Αθήνα: Σαββάλας, 2002 (249…-254)

 

Τρίτη 20 Ιουνίου 2023

Η χαμένη άνοιξη του Στρατή Τσίρκα (αποσπάσματα)

 Οι γονείς του Σωτήρη Πέτρουλα στου ώμους των διαδηλωτών.

Κι όταν μπήκε για καλά το πρωινό κι ο ήλιος έπιασε να καίει, ο Σωτήρης ετοιμάστηκε για την τελευταία του κατοικία. Το μοιρολόι της μάνας ακούστηκε πιο γοερό κι οργισμένο. Η μνηστή του, ντυμένη πάντοτε στ’ άσπρα, έκλαιε τώρα σπαραχτικά. Είκοσι πέντε χιλιάδες συγκεντρωμένες από νωρίς στον Κολωνό, ξέσπασαν σ’ ένα πανδαιμόνιο από ζητωκραυγές, χειροκροτήματα, ιαχές, και κατάρες, όταν φάνηκε στο κατώφλι το λείψανο. Σημαίες και λάβαρα υψώνονται, γέρνουν απ’ εδώ κι απ’ εκεί, μπρος και πίσω, πάνω απ’ τα κεφάλια του ξέφρενου πλήθους.

-Ο Σωτήρης ζει!

Ένα δάσος από χέρια πασχίζει ν’ αγγίξει για τελευταία φορά το φέρετρο. Το πλήθος βογκά, θάλασσα φουρτουνιασμένη από σηκωμένες γροθιές, η κατάσταση κινδυνεύει να ξεφύγει, ξεφεύγει από κάθε έλεγχο. Θα χρειαστούν πολλές προσπάθειες των υπεύθυνων και ψυχραιμία, για να κοπάσει η τρικυμία και να μπει κάποια τάξη. Επιτέλους σχηματίζεται η πομπή.

Προπορεύεται η σημαία του 114, το Κεντρικό Συμβούλιο των Λαμπράκηδων με τον Μίκη Θεοδωράκη επικεφαλής, αντιπροσωπείες της νεολαίας, πολιτικοί. Πίσω από το νεκρό οι συγγενείς του κι ύστερα η Αθήνα ολόκληρη… Άξαφνα μια μεγάλη ομάδα από νέους και νέες, αγκαλιασμένοι μέσα στο πλήθος αρχίζει να τραγουδά. Δεν πιάνω ακόμη τα λόγια. Μα σε λίγο ξεχωρίζω:

Σωτήρη Πέτρουλα
Αηδόνι και λιοντάρι, βουνό και ξαστεριά.

-Είναι το καινούριο του Μίκη, μου λέει η Ματθίλδη, που έχει ξαναγυρίσει και μου πιάνει το χέρι. Ν’ ακούσεις τον Τάκη τον Μπενά, να διηγείται πώς γράφτηκε… Τη νύχτα, στα γραφεία της ΔΝΛ, αυτοί να συζητούν, μες στους καπνούς των τσιγάρων, και να προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα της κηδείας, κι ο Μίκης κάτι να γράφει βιαστικά σ’ ένα χαρτί, αλλοπαρμένος:

«-Το λόγο έχει ο πρόεδρος, λέει κάπως έντονα ο Τάκης.
-Το λόγο έχει το τραγούδι αποκρίνεται ο Μίκης, ακούστε:

Σωτήρη Πέτρουλα
σε πήρε ο Λαμπράκης, σε πήρε η Λευτεριά».

Η πομπή περνάει από την οδό Λένορμαν, από την πλατεία Μεταξουργείου, τη λεωφόρο Αχιλλέως, την Αγίου Κωνσταντίνου:

Σωτήρη Πέτρουλα
οδήγα το Λαό σου, οδήγα μας μπροστά.

Είδα χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες Λαού, να στριμώχνονται στα πεζοδρόμια, στα παράθυρα και τους εξώστες, και τα λουλούδια να πέφτουν βροχή κι είδα τη λαοθάλασσα που ακολουθούσε κι άκουσα τα συνθήματα και κατάλαβα πως αυτή δεν ήταν κηδεία, ήταν μια γιγάντια διαδήλωση, σε πάθος και σε όγκο, η τελευταία διαδήλωση του Σωτήρη:

Μάρτυρες, ήρωες οδηγούνε
τα γαλάζια μάτια σου
μας καλούνε.

Κι όταν είδα στην πλατεία Ομονοίας τους οικοδόμους με ξεγυμνωμένα στήθη να σταματούν τη νεκροφόρα και να σηκώνουν στα χέρια τους το φέρετρο, είπα μέσα μου πως απ’ εδώ αρχίζει πια η αποθέωση. Κι όταν είδα τον πατέρα τού ήρωα, που τον είχαν σηκώσει στα χέρια οι φίλοι του παιδιού του, να βαστάει στ’ αριστερό ένα μπουκέτο κόκκινες γλαδιόλες και στο δεξί μια τσαλακωμένη φωτογραφία, να τη σφίγγει πάνω στο στήθος του και να τη δείχνει στα πλήθη, που χειροκροτούσαν και ζητωκραύγαζαν, όχι, δεν έκλαιγαν και δε θρηνούσαν, και τον άκουσα να λέει: «Αδέρφια του παιδιού μου… Ο Σωτήρης ζει… Αγωνισθείτε για το ξερίζωμα του φασισμού… Ο Σωτήρης μου γι’ αυτό θυσιάστηκε… Δε θέλω να κλαίτε… Εμπρός στον αγώνα για τη Δημοκρατία…».

Έτσι με συνεπήρε και μένα το παραλήρημα του κόσμου και πίστεψα μαζί με τον πατέρα του, και πίστεψα μαζί με τον κόσμο, πως ο Σωτήρης δεν πέθανε. Κι όταν στην οδό Σταδίου, στο σημείο, που όπως θα πει σε λίγο ο Μίκης, οι εχθροί επισήμαναν, απομόνωσαν και σκότωσαν το γελαστό παιδί, τα πλήθη αυθόρμητα παραμέριζαν, αφήνοντας στην άσφαλτο και το πεζοδρόμιο ένα κενό… Τι κενό; Ένα λοφίσκο από κόκκινα γαρίφαλα και τριαντάφυλλα, που ψήλωνε από στιγμή σε στιγμή:

…τα γαλάζια μάτια σου
μας καλούνε.

Κι όταν εμπρός στη Μητρόπολη, μέσα στην έντονη μυρωδιά της φρεσκοκομμένης δάφνης και το τραγούδι που αναθεμάτιζε αυτούς που σκότωσαν το Σωτήρη, είδα να έρχονται οι ανάπηροι της Εθνικής Αντίστασης, με τα στεφάνια και τις σημαίες τους, είδα το Γλέζο, είδα τον Ηλιού, είδα το Βάρναλη, είδα τον Παπανδρέου και τους άλλους υπουργούς της Ε.Κ. κι αντιλαλήσαν τα συνθήματα:
-Ενότητα.
– Ο στρατός με το λαό.
γονάτισα κι εγώ μέσα στο δρόμο και σα μικρό παιδί που πρωτοπάει σχολειό συλλάβιζα σ’ ένα πανώ:

ΚΙ ΑΝ ΕINΑΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΔΑΦΝΗ.
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΝΕΙΣ ΠΕΘΑΙΝΕΙ.

Και είπα μέσα μου: «Εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίοι τον ανακήρυξαν ήρωα κι αθάνατος θα μένει». Κι όταν, μέσα από διπλή, ατέλειωτη σειρά στεφάνια και βουνά λουλούδια, εμπρός στον ανοιχτό τάφο, άκουσα το Μίκη, ν’ αποχαιρετά το πρώτο παλικάρι της Σπουδάζουσας Νεολαίας. «Όλος ο μάρτυρας λαός μας σ’ ακολουθεί. Ολόκληρη η Δημοκρατική Νεολαία της πατρίδας μου σε λατρεύει, σε θαυμάζει, σε ζηλεύει, θέλει να σου μοιάσει» και να ορκίζεται πως η πρωτοπόρα γενιά των Λαμπράκηδων θα φέρει στην Ελλάδα τη Μεγάλη Άνοιξη, είπα μέσα μου: «Και γιατί όχι; Κι αν χάθηκε μια άνοιξη, στο χέρι τους είναι να την ξαναφέρουν ακόμη πιο μεγάλη και λαμπρή. Ο Σωτήρης ζει. Ο παλμός της ζωής του μεταπλάστηκε σ’ ενέργεια, γίνηκε κινητήρια δύναμη, που εμψυχώνει κι ενθουσιάζει κι εμπνέει και οδηγεί. Ευλογημένοι όσοι στα μαρμαρένια αλώνια νικούν το Χάρο, όπως ο Σωτήρης Πέτρουλας».

 

Παρασκευή 2 Ιουνίου 2023

Η χαμένη άνοιξη- Στρατή Τσίρκα

 

 



Η χαμένη άνοιξη- Στρατή Τσίρκα

Ο μόνος τρόπος για ν’ αποφύγει ο λαός ένα νέο εμφύλιο, ήταν ν’ ακουστεί σ’ Ανατολή και Δύση, στεντόρεια η διαμαρτυρία του. Μια διεφθαρμένη, βασικά ξενόδουλη, άρχουσα κάστα βίαζε ξετσίπωτα την εκφρασμένη θέλησή του να κυβερνηθεί επιτέλους δημοκρατικά, πάσχιζε μ’ όλους τους σκοτεινούς μηχανισμούς της να κρατήσει αυτόν τον τόπο εκατό χρόνια πίσω, στον απολυταρχισμό και την ξενοκρατία του Όθωνα. Να φωνάξουμε τόσο δυνατά, που να τρίξουν τα θεμέλια του πύργου απ’ όπου μας φοβέριζαν σφετεριστές και δυνάστες.

Από νωρίς το απόγεμα πήγα και κόλλησα τη ράχη μου στον ανατολικό τοίχο του «Μεγάλη Βρετανία». Το πλήθος είχε καταλάβει όλο το πεζοδρόμιο, αντίκρυ δεξιά μας η Βουλή – άρχιζε η πολιορκία της. Φώναζα κι εγώ με τους άλλους, ώσπου έγδαρα το λαρύγγι μου: «Κάτω οι προδότες. Κάτω οι δούλοι της Αυλής. Ένας είναι ο αρχηγός, ο κυρίαρχος Λαός». Αγόρια και κορίτσια έφταναν ομάδες –ομάδες, ξεχώριζαν μερικά πανώ των Λαμπράκηδων∙ παίρναν θέση στο πεζοδρόμιο, ύστερα πέρασαν και στ’ αντικρινό, η πολιορκία της Βουλής γινόταν πιο στενή. Με το σούρουπο άρχισαν να φτάνουν οι εργαζόμενοι: υπάλληλοι καταστημάτων, εργάτες κι εργάτριες από τις βιομηχανίες γύρω στην Αθήνα και τον Πειραιά. Η πλατεία Συντάγματος γέμισε κι οι φωνές, σαν άγρια καταιγίδα, τάραζαν το πλήθος κύμα στο κύμα. Ο τόνος έγινε πιο τραχύς: «Μητσοτάκη, κάθαρμα». Η αστυνομία του ναυάρχου Τούμπα, του νέου αποστάτη υπουργού Δημοσίας Τάξεως, προσπαθούσε ν’ αναχαιτίσει το πλήθος σχηματίζοντας αλυσίδα με τα χέρια. Ύστερα ήρθαν, φαίνεται, άλλες διαταγές, κι άρχισε η επίθεση με τα κλομπς για να διαλυθούμε. Τότε ανέβηκαν ως τον ουρανό οι κατάρες κι οι βρισιές. Τα ρόπαλα κατεβαίναν κατακέφαλα, στριγκλιές γυναικών, είχε νυχτώσει πια, κάμποσοι γεροδεμένοι διαδηλωτές, εργάτες, οικοδόμοι, αθλητές, σπουδαστές θέλησαν να περάσουν στην αντεπίθεση, τους συγκράτησαν οι πιο ψύχραιμοι, κι άρχισε η υποχώρηση. Ο Τούμπας είχε κρύψει τις κλούβες του σ’ όλες τις παρόδους. Κι ενώ συνεχιζόταν το κυνηγητό κι οι συγκρούσεις στην πλατεία Συντάγματος, εγώ βρέθηκα τρέχοντας, σπρωγμένος από το πλήθος, στην οδό Βουκουρεστίου. Πέρα, στο αντικρινό πεζοδρόμιο, ύστερα από το «Μπραζίλιαν» είδα το κεφάλι της Φλώρας, έπειτα την είδα ολόκληρη, έτρεχε κι αυτή, μονάχη της μέσα στο πλήθος, δε φαινόταν να τη συνοδεύει κανένας από τους φίλους της. Έτρεξα να τη συναντήσω, μα για να διασχίσω το κατάστρωμα μου πήρε μερικές στιγμές, ώσπου να φτάσω στο πεζοδρόμιο της Σταδίου, εκείνη είχε χαθεί στη στοά του άλλου «Μπραζίλιαν», που βγάζει στην οδό Καραγεώργη της Σερβίας, ποτέ μην μπαίνεις σε στοά όταν σε κυνηγούν, στην άλλη άκρη σε περιμένει το μπλόκο. Παλιά μαθήματα, της Κατοχής. Σταμάτησα και την άφησα να χαθεί. Γύρισα με τα πόδια∙ τα λεωφορεία ήταν φίσκα κι ήθελα να βλέπω τον κόσμο, το κυνηγητό και τους αιφνιδιασμούς της αστυνομίας, ν’ ακούω τα συνθήματα και τις κατάρες. Από την πλατεία Ρηγίλλης και πέρα ο κόσμος αραίωσε. Με πονούσε και το λαρύγγι μου από τις φωνές. Σπίτι, έκανα μια γαργάρα με νερό κι αλάτι∙ χειρότερα. Τότε πήρα δυο αυγά φρέσκα, τα έσπασα σ’ ένα φλιτζάνι, κράτησα τον κρόκο τους, έριξα μέσα πολλή ζάχαρη και τα χτύπησα. Αυτό ήταν και το δείπνο μου. Άδικα περίμενα ν’ ακούσω τη Ματθίλδη να γυρίζει, θα την έπιανα στην κουβέντα, να μάθω τις εντυπώσεις της. Δε σκέφτηκα να βάλω το ραδιόφωνο, για ν’ ακούσω πώς θα παρουσίαζαν τα πράγματα οι Αποστάτες. Λες κι είχα ξεχάσει την παρουσία του. Βαρέθηκα να περιμένω, τα μάτια μου είχαν γλαρώσει από τη νύστα, γδύθηκα, έπεσα στο κρεβάτι και τον πήρα μονορούφι. Μ’ αποκοίμισε η ανάμνηση μιας μυριόστομης κραυγής: «Κάτω οι δούλοι της Αυλής».

Ηλίας Βενέζης- Αιολική γη

    Τα άστρα όλα έχουν βγει. Ταξιδεύουν στο Αιγαίο τα παιδικά όνειρά μας. Το κύμα χτυπά τη μάσκα του καϊκιού μας και τα κοιμίζει.  Κοιμη...

ευανάγνωστα