Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μακρόνησος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μακρόνησος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2023

Στο κολαστήριο της Μακρονήσου ( Άρης Αλεξάνδρου)

 Το βασανιστήριο της ορθοστασίας που εφαρμόστηκε στη Μακρόνησο. Πώς  υπογράφονταν οι δηλώσεις μετανοίας και οι επιστολές στον παπά, τον πρόεδρο  και τον δάσκαλο - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Στη Μακρόνησο, μάς συντάξανε κατά εξάδες και μας οδήγησαν στην πλαγιά, όπου περίμεναν κιόλας τα συνεργεία διαφωτίσεως. Ένας ανθυπολοχαγός, περιστοιχισμένος από ροπαλοφόρους αλφαμίτες, μάς έβγαλε ένα σύντομο λογίδριο (οι Έλληνες από δω, οι Βούλγαροι από κει). Τα ρόπαλα είχαν μήκος 50 έκ. περίπου, με διάμετρο πάχους από 4 ως 5 εκ. αν δε με γελάει το οφθαλμόμετρό μου μικρότερη η διάμετρος στη λαβή, μεγάλωνε ομαλά και αποκτούσε το μέγιστο μήκος της στην άκρη. Ένας αλφαμίτης κράταγε μια χοντρή, φιδωτή ρίζα πουρναριού, πολύ μεγαλύτερη απ' τα ρόπαλα. Σιδερένιους λοστούς δεν είχανε. Μετά το τέλος του λογίδριου, δεν κουνήθηκε κανένας. Είπαν τότε στην πρώτη εξάδα να προχωρήσει και οι αλφαμίτες εφορμήσανε αμέσως και αρχίσανε να χτυπάνε με τα ρόπαλα, ένας ή και δυο τον κάθε κρατούμενο. Κοίταζα, θυμάμαι, να δω όσο το δυνατόν περισσότερα ανεβοκατεβάσματα των ροπάλων ταυτόχρονα, ήθελα να μη μου διαφύγει καμιά λεπτομέρεια, αλλά το μάτι δεν έχει βέβαια αυτή τη δυνατότητα, αναγκαζόμουνα να μετατοπίζω συνεχώς το βλέμμα μου και τελικά το κάρφωσα σε έναν και μόνο βασανιζόμενο, που είχε πέσει, όπως και οι άλλοι στο καταπράσινο χορτάρι - θα έπρεπε νάταν άνοιξη, είχε και αγριολούλουδα, αν δεν κάνω λάθος, λιακάδα, χαρά θεού και είχε κουβαριαστεί, σαν έμβρυο στην κοιλιά της μάνας του, για να αποφύγει τα χτυπήματα και άκουγα τους ξύλινους γδούπους πάνω στα κόκκαλα και που και που ένα ήχο διαφορετικό, κάτι σαν κρακ, όταν έσπαγε πιθανότατα κάποιο κόκκαλο παΐδι είτανε, καλάμι ή ωλένη;— και άκουγα τα ουρλιαχτά των βασανιζόμενων και είχα την εντύπωση πως το παρακάνουν, πως οι κραυγές τους δεν αντιστοιχούν επακριβώς στον πόνο, λες και θέλανε να δείξουν πως πονάνε περισσότερο απ’ ό,τι πράγματι πονούσαν, ελπίζοντας έτσι να προκαλέσουν τον οίκτο των βασανιστών τους, μα εκείνοι προσπαθούσαν να ουρλιάξουν ακόμα δυνατότερα, βρίζοντας όσο χυδαιότερα μπορούσαν και σήκωναν όσο περισσότερο μπορούσαν τα ρόπαλα, να διαγράψουν τα ρόπαλα μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη καμπύλη και να πέσουν έτσι με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δύναμη πάνω στα κόκκαλα («θα υπογράψετε, παλιοπούστηδες, τί είμαστε εμείς, πουτάνες είμαστε πού υπογράψαμε;») φωνάζοντας και χτυπώντας, για να δει ό αξιωματικός (ανανήψας κι αυτός) με πόσο ζήλο εκτελούν το καθήκον τους και μόνο δυο τρεις χτυπάγανε με λιγότερη δύναμη, όπως μου φάνηκε, ίσως γιατί είταν κουρασμένοι, ίσως γιατί δεν είχαν μάθει ακόμα το νέο τους επάγγελμα και θυμάμαι πως την ώρα εκείνη μου πέρασε η σκέψη πως πριν από 100 χρόνια ακριβώς (το 1849) ο Ντοστογιέβσκη είχε βρεθεί σε μια παρόμοια εξάδα και είχε δει να δένουν τους συντρόφους του στους πασάλους για να τούς τουφεκίσουν (σκηνοθετημένα όλα αυτά όπως αποδείχτηκε) μα εδώ δεν επρόκειτο βέβαια για σκηνοθεσία και η ψυχρή μου λογική (ξέχασα να σημειώσω ότι παρακολουθούσα τον βασανισμό σαν ψύχραιμος παρατηρητής) μου υπέβαλε τη σκέψη πως δε θα το αντέξω (όχι τον πόνο, αν χτυπάγανε με κνούτο, θα το άντεχα, σκεφτόμουνα τότε και το σκέφτομαι ακόμα, έστω κι αν μου οργώνανε τις σάρκες μου στην πλάτη, κι ας γινόντουσαν κιμάς οι σάρκες) μα τα σπασμένα κόκκαλα, το σακάτεμα εφ’ όρου ζωής δε θα το άντεχα, δε θα δεχόμουνα να το ρισκάρω (είχα ακούσει και είδα αργότερα σακάτες, με σπασμένα χέρια και πόδια, είδα κατάκοιτους στα ατομικά αντίσκηνα, είδα τρελλούς) κ’ έτσι, όταν πέρασαν δυο εξάδες ακόμα (ο σωφρονισμός της κάθε εξάδας δεν κράταγε και πολύ, 5 με 7 λεφτά υπολογίζω κι ούτε θυμάμαι πόσοι υπέκυψαν και πόσοι άντεξαν εκείνη την πρώτη φορά, οι αλφαμίτες δεν βιαζόντουσαν, κάνανε ένα πρώτο κοσκίνισμα, είχαν όλον τον καιρό μπροστά τους) όταν έφτασε η σειρά της εξάδας μου, προχώρησα πεντέξη βήματα προς τα δεξιά, έφτασα στο τραπέζι με τις έντυπες δηλώσεις (ο αλφαμίτης που καθότανε μπροστά στο τραπέζι μου χαμογέλασε φιλικά και βιάστηκε να μου δώσει το μολύβι και το χαρτί, υποδείχνοντας μου που ακριβώς έπρεπε να υπογράψω) και πήρα τη δήλωση, τη διάβασα προσεχτικά και υπέγραψα φαρδιά-πλατιά και ευανάγνωστα, με το πραγματικό μου όνομα (δεν ξέρω τι θάκανα, μα μου φαίνεται πως αν μου ζητάγανε να αποκηρύξω τα ποιήματα μου θα αντιστεκόμουνα περισσότερο) αργότερα όμως δεν έγραψα επιστολές στις εφημερίδες ή στον Ιερέα του χωριού, να τις διαβάσει από άμβωνος την Κυριακή· κι ούτε ζήτησα από τους συντάκτες των Γραφείων Ηθικής Αγωγής να μου γράψουν την ομιλία μου (οι ομιλίες είχαν καταντήσει στερεότυπες και είχαμε πια βαρεθεί να τις ακούμε απ' τα μεγάφωνα και πολύ σπάνια διασκεδάζαμε, όπως λόγου χάρη τότε που ακούσαμε κάποιον να λέει ότι ανέβλεψε μόλις πέρασε την πύλη, ενώ ήτανε γνωστό ότι οι αλφαμίτες του είχανε βγάλει το δεξί του μάτι και είχε μείνει μονόφθαλμος και κάγχασε όλο το στρατόπεδο και γελάγανε ως και οι αλφαμίτες)...

 

Ο Άρης ανακάλεσε σε λίγο τη δήλωση του εγγράφως και έμεινε άλλα δυο χρόνια εξόριστος.

Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2023

Η σφαγή στο ΑΕΤΟ (Α΄ τάγμα σκαπανέων) της Μακρονήσου

 Η σφαγή στο ΑΕΤΟ (Α΄ τάγμα σκαπανέων) της Μακρονήσου, είχε 350 νεκρούς, σύμφωνα με την ομολογία του καπετάνιου της υδροφόρας Βρονταμίτη, ο οποίος μετέφερε τους σκοτωμένους στο ακατοίκητο νησί Άγιος Γεώργιος, όπου τους παρελάμβανε πολεμικό σκάφος και, αφού τους τοποθετούσαν σε συρμάτινους σάκους, τους βυθίζανε στα βαθια νερά του πελάγους.

 

  

  Γιώργος Φαρσακίδης "Στ' αρματαγωγό. Από το Μακρονήσι για τον Αϊ-Στράτη". Από σχέδιο του 1950.

Η μαρτυρία του Μίμη Βρονταμίτη

«…Έζησα όλα τα δραματικά γεγονότα της Μακρονήσου το 1948. Ο στρατός μας με είχε επιταγμένο με το καΐκι μου «Αγιος Νικόλαος», επί μισθώ, οκτώ χιλιάδες δραχμές το μήνα. Κουβαλούσα από το Λαύριο πέρα στη Μακρόνησο φαντάρους, πολιτικούς υπόδικους, νερό σε βαρέλια και άλλα. Στο φοβερό τουφεκίδι του Μάρτη 1948 ο Σκαλούμπακας μου κόλλησε το πιστόλι στο κεφάλι και με απειλές με διέταξε να κουβαλάω σκοτωμένους φαντάρους πέρα μακριά στον Κάβο Ντόρο, στο ξερόνησο Σαν Τζιόρτζιο.

Στο Γ’ Τάγμα φόρτωνα τους νεκρούς φαντάρους, που τους εξέταζε ο γιατρός Μαλάμης, κι έγραφε στο πιστοποιητικό θανάτου, τη λέξη «νεκρός». Ήτανε δίπλα στο γιατρό Μαλάμη κι άλλοι δύο γιατροί. Τους σκοτωμένους φαντάρους τους τακτοποιούσανε στριμωχτά στο αμπάρι οι Αλφαμίτες Χούμης και Δήμητρας Λαγός. Σ’ ένα μόνο δρομολόγιο φορτώσαμε 185 νεκρούς φαντάρους. Λέω στον Σκαλούμπακα: «Το καΐκι δε σηκώνει τόσο πράμα, είναι πολύ το πράμα, θα μπατάρει το καΐκι». Αυτός κουβέντα δεν έπαιρνε, με το πιστόλι με διέταξε. Τι να ‘κανα; Το πιστόλι σε παγώνει…

Ανοιγόμασταν τη νύχτα στον Κάβο Ντόρο. Εκεί στο Σαν Τζιόρτζιο περίμενε καράβι πολεμικό. Οι ναύτες παίρνανε τους σκοτωμένους φαντάρους και τους χώνανε μέσα σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στο βυθό της θάλασσας. Αυτό ξανάγινε. Οι νεκροί όλοι – όλοι ήταν 350 κοντά, τους μέτραγα έναν – έναν και ήταν 350 φαντάροι νεκροί. Αυτή ήταν η πιο τραγική περιπέτεια που έζησα στη ζωή μου…»

Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

Τόποι εξορίας και πολιτικοί εξόριστοι στην Ελλάδα (από http://photodentro.edu.gr/)

 

Τόποι εξορίας και πολιτικοί εξόριστοι στην Ελλάδα

«H λέξη εξορία», σημειώνει ο Κωστής Λιόντης, επιμελητής του αφιερώματος Τόποι εξορίας (εφ. Η Καθημερινή, 16 Νοεμ. 2003), «σύνθεση της φράσης: “έξω των ορίων”, σύμφωνα με τα λεξικά νεοελληνικής, ως πρώτη έννοια είναι η εκτός των ορίων της χώρας αποπομπή και διαβίωση κάποιου πολίτη. Στον ελληνικό 20ό αι. μόνο σε μια περίπτωση ανταποκρίνεται εννοιολογικά. Πρόκειται για την επιφανή ομάδα κωνσταντινικών που έστειλε εξόριστους στην Κορσική ο Βενιζέλος το 1917. Μόνο κατ’ επέκταση ή μεταφορικά, αλλοιωμένη πάντως στην πρώτη της έννοια, η λέξη εξορία μπορεί να καλύψει την αποπομπή εντός των εθνικών ορίων».


Εξόριστοι γιορτάζουν το Πάσχα. Από αριστερά προς τα δεξιά: ο Γιάννης Ρίτσος, η αδελφή του, η Κατίνα Δ. Φωτιάδη και ο Δημήτρης Φωτιάδης, Αϊ-Στράτης, 1950-1951 [πηγή: Φωτογραφικό Αρχείο Ε.Λ.Ι.Α.]

Η ελληνική ιστορία του 20ού αιώνα σφραγίζεται, μεταξύ άλλων, και από τις πολιτικές διώξεις χιλιάδων αντιφρονούντων και τις εκτοπίσεις τους σε διάφορα νησιά του Αιγαίου. Μακρόνησος, Τρίκερι, Αϊ-Στράτης, Λήμνος, Γυάρος, Λέρος είναι μερικά μόνο από τα ελληνικά νησιά που μετατράπηκαν σε τόπους εξορίας.

εικόνα

Για την ιστορία του πολιτικού εγκλεισμού στην Ελλάδα παρακολουθήστε την εκπομπή Παρασκήνιο από το Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ. Από το Αρχείο της ΕΡΤ, επίσης, μπορείτε να παρακολουθήσετε δύο ντοκιμαντέρ για ισάριθμους τόπους εξορίας κατά τη μεταπολεμική περίοδο, τη Μακρόνησο και τη Γυάρο.

Περιηγηθείτε στο Μουσείο Δημοκρατίας του Αϊ-Στράτη, στο Μουσείο Πολιτικών Εξορίστων Άη Στράτη και στον διαδικτυακό τόπο για την ιστορία της Μακρονήσου, όπου μπορείτε να βρείτε πληροφορίες για την ιστορία των τόπων, τη διαβίωση των πολιτικών εξορίστων, καθώς και άλλα τεκμήρια και φωτογραφίες.


Γιώργος Φαρσακίδης, Το καψόνι της ορθοστασίας 1950 [πηγή: Μουσείο Δημοκρατίας Αϊ-Στράτη]

Πλούσιο αρχειακό υλικό μπορείτε να αναζητήσετε στις ψηφιακές συλλογές των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας και του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, ενώ στην ιστοσελίδα του Γυμνασίου Αγίου Ευστρατίου μπορείτε να δείτε φωτογραφίες του Βασίλη Μανικάκη από τη ζωή των εξορίστων στον Αϊ-Στράτη.

εικόνα

Τις πρώτες εντυπώσεις της από την απόβασή της στη Μακρόνησο περιγράφει η Αφροδίτη Μαυροειδή, εξόριστη στο νησί. Αντίστοιχη είναι και η αφήγηση του Άρη Αλεξάνδρου σε γράμμα του το 1974, όπως το παραθέτει σχολιάζοντάς το ο Δημήτρης Ραυτόπουλος στη μελέτη του Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος. Η Αλέκα Παΐζη, τέλος, καταθέτει τη δική της μαρτυρία για την πολιτιστική δραστηριότητα των εξορίστων στα ξερονήσια του Αιγαίου.

Για την εμπειρία της εξορίας μιλούν οι ποιητές Γιάννης Ρίτσος (00:28:26 κεξ.) και Τίτος Πατρίκιος (00:02:12 κεξ.), αλλά και ο συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης (00:11:08 κεξ.) σε αντίστοιχα ντοκιμαντέρ από το Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ.

Για τη «ρετσινιά του κομμουνιστή» που ακολουθούσε όσους επέστρεφαν από τους τόπους εξορίας μπορείτε να διαβάσετε όσα κατατοπιστικά αναφέρει ο Λεφτέρης Ραφτόπουλος στο χρονικό-μαρτυρία Το μήκος της νύχτας. Μακρόνησος ’48-’50.

εικόνα

Η εμπειρία της εξορίας διαπερνά το έργο πολλών λογοτεχνών που βίωσαν τον πολιτικό κατατρεγμό και τον εκτοπισμό στα νησιά της «άγονης γραμμής». Ενδεικτικά κείμενα μπορείτε να διαβάσετε παρακάτω:

Είδα τη χώρα μου ανάστροφη
τα βουνά μου κυνηγημένα
τη γυναίκα μου πετροπέρδικα
Ο Κωνσταντίνος ο μικρός
κι ο Αλέξης αντρειωμένος
κι ο πρόεδρος τη ροκάνα του
ο ποιητής τη ροκάνα του
Ίος Νάξος Σίκινος
—Φολέγανδρος κι άλλα χρυσόψαρα—
παρά πόδα Λαυρίου η νήσος
κ' η Λέρος απαραμύθητη

Γιάννης Δάλλας, Από το ποίημα «Σημεία και τέρατα» (Ποιήματα 1948-1988, Νεφέλη, Αθήνα 1990, σ. 217)

Άρης Αλεξάνδρου, «Με τί μάτια τώρα πια», «Παράνομο σημείωμα», «Η στενογραφία της νεκρής ζώνης» (απόσπασμα)
Δημήτρης Δούκαρης, «Εξορία»
Βικτωρία Θεοδώρου, «Θάλασσα», «Παραγγελία»
Κλείτος Κύρου, «Κραυγή δέκατη πέμπτη»
Τάσος Λειβαδίτης, «Απλή κουβέντα» (απόσπασμα)
Βύρων Λεοντάρης, «Ο γυρισμός των εξoρίστων»
Τίτος Πατρίκιος, «Προσχέδια για τη Μακρόνησο», «Δύο άνθρωποι», «Οφειλή»
Γιάννης Ρίτσος, «Βράδι», «Α.Β.Γ.»

* * *

Η ζωή των κρατουμένων σε στρατόπεδο συγκέντρωσης σε κάποιο ξερονήσι είναι το θέμα της κινηματογραφικής ταινίας Happy Day του Παντελή Βούλγαρη. Στην Ψηφιακή Συλλογή της Ταινιοθήκης της Ελλάδας μπορείτε να βρείτε πληροφορίες για την ταινία, ενώ από το Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ μπορείτε να παρακολουθήσετε τον σκηνοθέτη να μιλάει για τα γυρίσματά της (00:27:12 κεξ.).


Ηλίας Βενέζης- Αιολική γη

    Τα άστρα όλα έχουν βγει. Ταξιδεύουν στο Αιγαίο τα παιδικά όνειρά μας. Το κύμα χτυπά τη μάσκα του καϊκιού μας και τα κοιμίζει.  Κοιμη...

ευανάγνωστα