Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Αντώνης Σαμαράκης

Ο τοίχος (του Αντώνη Σαμαράκη)

  Ήτανε μια μικρή αυλή, με δωμάτια που μένανε διάφοροι, σε μια γειτονιά μακριά από το κέντρο της πόλης, στη βιομηχανική περιοχή. Η ατμόσφαιρα ήτανε βαριά εκεί, όπως είναι πάντα στις βιομηχανικές περιοχές. Αυτοί που μένανε στην αυλή δουλεύανε, οι περισσότεροί τους, στα γύρω, εργοστάσια. Ήτανε μερικές φαμίλιες, κι ένας δημόσιος υπάλληλος, γραφεύς Α’ τάξεως, καμιά σαρανταπενταριά χρονώ, εργένης, που έμενε, μόνος, στο δωμάτιο δίπλα στο αποχωρητήριο. Γύρω στην αυλή ήτανε κι άλλες αυλές κι άλλα σπίτια, ισόγεια κι αυτά και χαμηλά. Οι γυναίκες την ασβεστώνανε ταχτικά την αυλή. Είχανε και γλάστρες με λουλούδια. Η αλήθεια είναι πως μύριζε το αποχωρητήριο, μα δεν μπορούσε να γίνει τίποτα. Μπροστά στην αυλή περνάγανε ένα σωρό τροχοφόρα. Ήτανε τα εργοστάσια και γι’ αυτό είχε μεγάλη κίνηση. Μόλις όμως έμπαινες στην αυλή, έμπαινες σ’ έναν άλλον κόσμο. Τα πρωινά, οι γυναίκες, όσες δε δουλεύανε σαν τους άντρες στα εργοστάσια, σιγυρίζανε τα δωμάτια. Σκουπίζανε την αυλή. Βάζανε μπουγάδα, κι έβλεπες τ...

Ζητείται ελπίς- Αντών Σαμαράκη

  Του φάνηκε φοβερό που ήτανε χωρίς ελπίδα. Είχε την αίσθηση πως οι άλλοι στο καφενείο τον κοιτάζανε κι άλλοι από το δρόμο σκέπτονταν και ψιθυρίζανε μεταξύ τους: «Αυτός εκεί δεν έχει ελπίδα!» Σα να ήταν έγκλημα αυτό. Σα να είχε ένα σημάδι πάνω του που το μαρτυρούσε. Σα να ήταν γυμνός ανάμεσα σε ντυμένους. Σκέφτηκε τα διηγήματα που είχε γράψει δίνοντας έτσι μία διέξοδο στην αγωνία του. Άγγιζε θέματα του καιρού μας: «τον πόλεμο, την κοινωνική δυστυχία… Ωστόσο, δεν το αποφάσιζε να τα εκδώσει. Φοβότανε! Φοβότανε την ετικέτα που θα του δίνανε σίγουρα οι μεν και οι δε. Όχι, έπρεπε να τα βγάλει. Στο διάολο η ετικέτα! Αυτός ήταν ένας άνθρωπος, τίποτε άλλο. Ούτε αριστερός ούτε δεξιός. Ένας άνθρωπος που είχε ελπίσει άλλοτε, και τώρα δεν έχει ελπίδα, και που νιώθει το χρέος του να το πει αυτό. Βέβαια, άλλοι θάχουν ελπίδα, σκέφτηκε. Δεν μπορεί παρά νάχουν. Ξανάριξε μία ματιά στην εφημερίδα: η Ινδοκίνα, η «Κοσμική Κίνησις», το ρεσιτάλ πιάνου, οι δύο αυτοκτονίες για οικονομικούς λό...

Σ' ένα συνοριακό σταθμό -Αντώνης Σαμαράκης

  Από παιδί είχε μανία με τα τρένα. Μεγάλη μανία. Το έσκαγε από το σχολείο, με τα βιβλία παραμάσχαλα, και πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, στο σταθμό. Έμεναν σε μια μικρή επαρχιακή πόλη. Τρύπωσε σε μια γωνιά κι εκεί καθότανε ώρες ολόκληρες και κοίταζε. Όχι μονάχα τα τρένα που ολοένα ερχόντουσαν και ολοένα φεύγανε, μα όλη η ατμόσφαιρα εκεί τον γοήτευε. Από το πολύ το σκασιαρχείο έμεινε στην ίδια τάξη. Η μάνα του του τις έβρεχε ταχτικά, αυτός το βιολί του. Το όνειρο του, από τότε, δεν ήτανε να γίνει, όπως θέλανε άλλα παιδιά, αξιωματικός ή μηχανικός, μα σταθμάρχης. Ονειρευότανε τον εαυτό του σταθμάρχη στον κεντρικό σταθμό της πρωτεύουσας, με τη σκούρα μπλε στολή, με τα σιρίτια στα μανίκια, κι ένιωθε μεγάλη συγκίνηση. Συχνάζοντας στο σταθμό, είχε μάθει από μικρός όλες τις μανούβρες που γίνονται εκεί σαν είναι να 'ρθει ή σαν είναι να φύγει ένα τρένο. Είχε μάθει ακόμα να παρατηρεί. Να μελετάει τα πρόσωπα ...