Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα μνήμες

Ἕνας γέρος Κωνσταντίνος Καβάφης 1897

   Στοῦ καφενείου τοῦ βοεροῦ τὸ μέσα μέρος  σκυμένος στὸ τραπέζι κάθετ' ἕνας γέρος ˚  μὲ μίαν ἐφημερίδα ἐμπρός του, χωρὶς συντροφιά.  Καὶ μὲς στῶν ἄθλιων γηρατειῶν τὴν καταφρόνεια  σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τὰ χρόνια  ποῦ εἶχε καὶ δύναμι, καὶ λόγο, κ' ἐμορφιά.  Ξέρει ποὺ γέρασε πολύ ˚ τὸ νοιώθει, τὸ κυττάζει.  Κ' ἐν τούτοις ὁ καιρὸς ποὺ ἦταν νέος μοιάζει σὰν χθές.  Τί διάστημα μικρό, τί διάστημα μικρό.  Καὶ συλλογιέται ἡ Φρόνησις πὼς τὸν ἐγέλα ˚  καὶ πὼς τὴν ἐμπιστεύονταν πάντα - τί τρέλλα!  - τὴν ψεύτρα ποὺ ἔλεγε ˚ "Αὔριο. Ἔχεις πολὺν καιρό."  Θυμᾶται ὁρμὲς ποὺ βάσταγε ˚ καὶ πόση χαρὰ θυσίαζε.  Τὴν ἄμυαλή του γνῶσι κάθ' εὐκαιρία χαμένη τώρα τὴν ἐμπαίζει. .. Μὰ ἀπ' τὸ πολὺ νὰ σκέπτεται καὶ νὰ θυμᾶται ὁ γέρος ἐζαλίσθηκε.  Κι ἀποκοιμᾶται στοῦ καφενείου ἀκουμπισμένος τὸ τραπέζι.

Τον τάφο μου τον θέλω στα Χαυτεία - Μιχάλης Γκανάς

Αφίσες με τραβούν απ’ το μανίκι,  Αθήνα μου γεμάτη καλλιστεία.  Τον τάφο μου τον θέλω στα Χαυτεία,  είκοσι χρόνια σού πληρώνω νοίκι.  Στον ύπνο να περνούν βουνά και δάση,  νεράιδες φασκιωμένες μαύρα ρούχα.  Κάτι σαν άχτι μουλαριού που σου ’χα  σε ποιο λεωφορείο το ’χω χάσει.   Ποια τρέλα, πες μου, με χτυπάει στις φτέρνες  και φεύγω και κυλάω σαν το τόπι,  με γήπεδα μουγγά και με ταβέρνες  στα σωθικά. Οι άνθρωποι κι οι τόποι,  ξένοι που μοιάζουν στις φωτογραφίες  που βγάζαμε σε άλλες ηλικίες.

ΑΜΝΗΣΙΑ Μιχάλης Γκανάς

   ΑΜΝΗΣΙΑ Μιχάλης Γκανάς Η κάθε μέρα σαν τη γομολάστιχα σβήνει την προηγούμενη και πάει. Άλλοτε σβήνει την επόμενη, καμιά φορά ολόκληρη βδομάδα.   Βροχές θυμάμαι και πουλιά και ιστορίες που δεν έζησα ποτέ μου.   Τις νύχτες γράφεται το μέλλον μου, τα φοβερά καθέκαστα της επομένης, και πρέπει να ξυπνάω στις εφτά, με την ψυχή στα δόντια να γυρίζω, για να προλάβω τις παραγγελίες.   Χιόνια θυμάμαι και βουνά και εξορίες που δεν έζησα ποτέ μου.   Λησμόνησα τους ίδιους τους γονείς μου, πώς ήτανε και ποιοι και πόσοι. Κοιτάζω γράμματα, φωτογραφίες, δεν ξεχωρίζω ζωντανούς και πεθαμένους. Γριές και γέροι και παιδιά, μεσήλικες θλιμμένοι.   Μάτια θυμάμαι και φωνές, πρόσωπα που δε γνώρισα ποτέ μου.