Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα μετανάστες

Θανάση Βαλτινού, Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη. Βιβλίο πρώτο: Αμερική (απόσπασμα

    Θανάση Βαλτινού, Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη. Βιβλίο πρώτο: Αμερική (απόσπασμα) […] Πλεύρισε το καράβι στο λιμάνι, το λιμάνι πατωμένο, το τελωνείο απάνω στα νερά. Φαίνεται πως η Αυστροαμερικάνα έβγαζε πολλούς λαθραίους ελεύθερους να φεύγει ο καθένας για το δικό του μέρος, και οι άλλες εταιρείες παραπονέθηκαν. Έτσι η αμερικάνικη κυβέρνηση έστειλε επιτροπή να επιθεωρήσει πάλι τους ανθρώπους. Ήρθε ο γιατρός κι άρχισε να εξετάζει έναν έναν. Όποιος ήταν καλός του ’δινε μια κάρτα με μπλε μολύβι κι έγραφε απάνω οράιτ, αμερικάνικα. Όποιος δεν ήταν καλός του ’δινε σκαρτ με κόκκινο. Καθένας που πέρναγε με μπλε πήγαινε στην επιτροπή, έδινε το χαρτί, το διάβαζαν καλά, τον έδιωχναν. Τους άλλους τούς έβαζαν κάτω στο αμπάρι. Έφτασε η σειρά της παρέας μου, άρχισαν από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο που ήμουνα εγώ. Μου ’δωσε κόκκινο ο γιατρός, των άλλων μπλε. Πάει, γυρίζω πίσω, λέω. Και οι σύντροφοί μου με κοίταζαν αμίλητοι. Γυρίζω, το σκαρτ είναι γύρισμα το ορ...

Ο Πικάσο και ο Μπρεχτ για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες

  Μπ. Μπρεχτ , Μετανάστες Λαθεμένο μού φαινόταν πάντα τ’ όνομα που μας δίναν: «Μετανάστες». Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο, δε φύγαμε γιατί το θέλαμε, λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη. Ούτε και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν. Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε. Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ‘ναι, μα εξορία. Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά στα σύνορα, προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ’ ερωτήσεις κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, τίποτα ν’ απαρνιόμαστε, χωρίς να συχωράμε τίποτ’ απ’ όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε. Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή! Ακούμε ίσαμ’ εδώ τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ’ τα στρατόπεδά τους. Εμείς οι ίδιοι μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχος, που κατάφερε τα σύνορα να δρασκελίσει. Ο καθένας μας, περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα, μαρτυράει ...

Μπέρτολτ Μπρεχτ: «Για τον όρο μετανάστες»

  Λαθεμένο μού φαινόταν πάντα τ' όνομα που μας δίναν: «Μετανάστες». Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο, δε φύγαμε γιατί το θέλαμε, λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη.  Ούτε και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν. Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε. Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα 'ναι, μα εξορία. Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά στα σύνορα, προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ' ερωτήσεις κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, τίποτα ν' απαρνιόμαστε, χωρίς να συχωράμε τίποτ' απ' όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε. Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή! Ακούμε ίσαμ' εδώ τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ' τα στρατόπεδά τους.  Εμείς οι ίδιοι μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχος, που κατάφερε τα σύνορα να δρασκελίσει.  Ο καθένας μας, περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα, μαρ...