Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα ποίηση

Μ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, β Αντίς για Όνειρο -Οδυσσέας Ελύτης

    ΠΕΝΘΙΜΟΣ ΠΡΑΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ μες στο λιβάνι αναθρώσκουν παλαιές Μητέρες ορθές σαν κηροπήγια τυφεκιοφόροι νεοσύλλεκτοι σε ανάπαυση μικρά σκάμματα ορθογώνια, ραντιστήρια, νάρκισσοι. Σαν να ’μαι, λέει, ο θάνατος ο ίδιος αλλ’ ακόμη νέος αγένειος που μόλις ξεκινά κι ακούει πρώτη φορά μέσα στο θάμβος των κεριών το «δεύτε λάβετε τελευταίον ασπασμόν».  

Ματθαίος Μουντές -Ισόπεδος διάβασις [Φέξης, 1963]

  Αγρύπνια Μπαίνεις μέσα στη σκέψη μου, σκέψη και προχωρείς μ’ ένα ρίγος που με διαπερνά μέχρι θανάτου. Δεν έχω δάκρυα. Έχω ένα τσακισμένο βήμα ένα νεκρό πουλί κάτω από τις ελπίδες μου. Απολιθώνεται η στιγμή, γίνεται μια ταφόπετρα ακινητεί και σε σκεπάζει. Άνεμος και βροχή την πλένουν. Μένω στο πλάι της. Ορφανός από τρυφερότητα κι’ ούτ’ ένα φύλακα άγγελο δεν βλέπω γύρω που θα ’ρθει με την παρουσία του να γράψει τέλος στη γεύση της φθοράς που με τυλίγει. Όμως απόψε, μέσα στην αγρύπνια μου, Μητέρα, κατορθώνω να πιάσω το Θεό με τα χέρια του πένθους.

Αργύρης Χιόνης, «Το ποδήλατο» (Από τη συλλογή «Στο υπόγειο», εκδ. Νεφέλη 2004)

Το παιδικό ποδήλατό μου, ο άλλοτε απαστράπτων Πήγασος  που απογειωνόταν μόλις τον καβάλαγα, έχει για πάντα  τώρα υπογειωθεί. Κι ας λέω ψέματα, αδιάκοπα, στον εαυτό μου και σ’ εκείνο, πως, κάποια μέρα  θα του αλλάξω λάστιχα, απ’ τη σκουριά του θα το γδύσω,  θα το λαδώσω και θα το γυαλίσω κι όλο τον κόσμο  μαζί του θα γυρίσω· το παιδικό ποδήλατό μου έχει για πάντα  υπογειωθεί· το ξέρω και το ξέρει.

ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ - ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΟΥΘΕΝΑ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΘΑ ΣΥΝΑΝΤΗΘΟΥΜΕ

  Μια μέρα θα συναντηθούμε. Μέσα στην ερημιά ενός άλλου, άγριου, κόσμου στις παγωμένες νύχτες ενός χειμώνα δίχως τέλος θα βρούμε πάλι τα μυστικά μονοπάτια. Θ’ ανακαλύψουμε την ίδια αθώα φράση για να μπορέσουμε να γνωριστούμε όπως τότε που αγαπηθήκαμε για πρώτη φορά. Τίποτα δεν θα θυμίζει εκείνη την ανεπανάληπτη Άνοιξη. Όλα θα είναι κρύα εκεί κάτω. Και τα δέντρα θα είναι εντελώς άγνωστα . τα δέντρα και τα πουλιά για να τραγουδήσουν μαζί μας το θρίαμβο της Αγάπης. Όμως εμείς θα είμαστε ευτυχισμένοι που συναντηθήκαμε. Κι αν υπάρχει κάπου ένα ρόδο, έτοιμο ν’ ανοίξει εκείνη την ώρα θα ξεδιπλώσει τα πέταλά του και μέσα από έναν κόμπο δροσιά θα μεταδώσει στον κόσμο το μήνυμα. Και θ’ αγκαλιαστούμε πάλι Κι αυτή τη φορά τίποτε δεν θα μπορέσει να μας χωρίσει. Γιατί θα έχουμε διασχίσει όλη την πίκρα της απουσίας θα έχουμε ζήσει τόσο μέσα στο φόβο ώστε θα είμαστε άτρωτοι. Θα έχουμε κιόλας γίνει δύο μικρά δίδυμα άστρα που θα επιμένουν να λάμπουν στο μαύρο στερέωμα.      ...

Αργύρης Χιόνης, Προφητεία (Το ποίημα περιλαμβάνεται στη συλλογή «Απόπειρες φωτός», 1966)

  . Θα ʼρθει καιρός που θα στερέψει η θάλασσα  και θα γενούν τα πλοία καραβάνια  και θα γενεί η ψυχή μας έρημος  κι οι γλάροι κατοικίδια όνειρα.  Θα ʼρθει καιρός που θάνατος  δεν θα ʼναι πια ο βυθός  αλλά ο ήλιος  και νοσταλγία  όχι η στεριά μα το νερό.  Τότε και τ’ όνειρο θα αλλάξει χρώμα﮲  δεν θα ʼναι πια γαλάζιο αλλά κίτρινο.  [Αργύρης Χιόνης, Η φωνή της σιωπής. Ποιήματα 1966-2000, εκδ. Νεφέλη, 2019, σελ. 19].

Η μάνα μιλάει στο γιο της- Λάνγκστον Χιουζ (μετάφραση: Δημήτρης Κανταλής)

  Άκου παιδάκι μου τι θα σου πω: Η σκάλα της ζωής για μένα ήτανε κακοτράχαλη. Ματώνανε τα πόδια μου απ' τα καρφιά της  και τις σκλήθρες της  και τα σαθρά σανίδια της ίσα που με κρατάγαν Τα σκαλιά της γυμνά χωρίς στρωσίδια Αλλά εγώ σκαρφάλωνα χωρίς σταματημό Έφτανα σε πλατώματα, Περνούσα στροφές και κάποιες φορές βάδιζα στα τυφλά Σε μέρη που από φως ούτε μια στάλα δεν υπήρχε Γι αυτό, παιδάκι μου, εσύ πίσω να μην γυρίσεις, Διόλου να μην σταθείς να ξαποστάσεις στα σκαλιά Γιατί θα πικραθείς και θα πονέσεις Κρατήσου να μην πέσεις τώρα- Γιατί, μωρό μου, εγώ στο παίδεμα είμαι ακόμα  Ακόμα ανηφορίζω σέρνοντας, Για μένα η ζωή ανηφοριά χωρίς ανάσα ήταν πάντα.

Αντί να φωνασκώ… -Μανόλης Αναγνωστάκης

  Αντί να φωνασκώ και να συμφύρομαι Με τους υπαίθριους ρήτορες και τους αγύρτες —Μάντεις κακών και οραματιστές— Όταν γκρεμίστηκε το σπίτι μου 5 Και σκάφτηκε βαθιά με τα υπάρχοντα (Και δε μιλώ εδώ για χρήματα και τέτοια) Πήρα τους δρόμους μοναχός σφυρίζοντας. Ήτανε βέβαια μεγάλη η περιπέτεια Όμως η πόλις φλέγονταν τόσο όμορφα 10 Ασύλληπτα πυροτεχνήματα ανεβαίνανε Στον πράο ουρανό με διαφημίσεις Αιφνίδιων θανάτων κι αλλαξοπιστήσεων. Σε λίγο φτάσανε και τα μαντάτα πως Κάηκαν όλα τα επίσημα αρχεία και βιβλιοθήκες 15 Οι βιτρίνες των νεωτερισμών και τα μουσεία Όλες οι ληξιαρχικές πράξεις γεννήσεων Και θανάτων —έτσι που πια δεν ήξερε Κανείς αν πέθανε ή αν ζούσε ακόμα— Όλα τα δούναι και λαβείν των μεσιτών 20 Από τους οίκους ανοχής τα βιβλιάρια των κοριτσιών Τα πιεστήρια και τα γραφεία των εφημερίδων. Εξαίσια νύχτα τελεσίδικη και μόνη Οριστική (όχι καθόλου όπως οι λύσεις Στα περιπετειώδη φιλμ). Τίποτα δεν πουλιόταν πια.          Έτσι λαφρύς και περιττός πήρα τους δρ...

Ράλι - Γιάννης Κοντός

  Σήμερα οδηγώ πολύ νευρικά  και με μεγάλες ταχύτητες την πολυθρόνα μου.  Ήδη έχω σπάσει τρεις φορές το φράγμα του νέφους.  Έχουν σακατευθεί, έχουν σκοτωθεί πολλοί σωσίες μου.  Έμεινα μόνος. Μόνος οδηγώ αυτόν τον κίνδυνο.  Περνώ αστραπιαία και με κοιτούν με απορία.  Ούτε κατάλαβα ποτέ γιατί τρέχω έτσι  ακίνητος, αφηρημένος, κοιτώντας αλλού την ησυχία.  Τα σήματα της τροχαίας κάποιος τα έχει αλλάξει  και δείχνουν συνέχεια μονόδρομο.  Πολλές φορές την πόλη την έχω δει ανάποδα  ή έχω πέσει σε βαθιά νερά.  Άλλες φορές οι λακούβες είναι στρωμένες με μπαμπάκι,  η ορατότητα αρίστη.  Όπως αντιλαμβάνεσθε, όλα μαθηματικώς με οδηγούν  στην επόμενη στροφή που περιμένει:  ο γκρεμός, η θάλασσα, η απογείωση.

Μπολιβάρ- Νίκος Εγγονόπουλος

  Μπολιβάρ! Όνομα από μέταλλο και ξύλο, είσουνα ένα λουλούδι μεσ’ στους μπαχτσέδες της Νότιας Αμερικής. Είχες όλη την ευγένεια των λουλουδιών μεσ’ στην καρδιά σου, μεσ’ στα μαλλιά σου, μέσα στο βλέμμα σου. Η χέρα σου είτανε μεγάλη σαν την καρδιά σου, και σκορπούσε το καλό και το κακό. Ροβόλαγες τα βουνά κι’ ετρέμαν τ’ άστρα, κατέβαινες στους κάμπους, με τα χρυσά, τις επωμίδες, όλα τα διακριτικά του βαθμού σου, Με το ντουφέκι στον ώμο αναρτημένο, με τα στήθια ξέσκεπα, με τις λαβωματιές γιομάτο το κορμί σου, Κι εκαθόσουν ολόγυμνος σε πέτρα χαμηλή, στ’ ακροθαλάσσι, Κι έρχονταν και σ’ έβαφαν με τις συνήθειες των πολεμιστών Ινδιάνων, Μ’ ασβέστη, μισόνε άσπρο, μισό γαλάζιο, για να φαντάζης σα ρημοκκλήσι σε περιγιάλι της Αττικής, Σαν εκκλησιά στις γειτονιές των Ταταούλων, ωσάν ανάχτορο σε πόλη της Μακεδονίας ερημική. Μπολιβάρ! Είσουνα πραγματικότητα, και είσαι, και τώρα, δεν είσαι όνειρο. Όταν οι άγριοι κυνηγοί καρφώνουνε τους άγριους αετούς, και τ’ άλλα άγρια πουλιά και ζώα, Πάν’ απ’ τις...

Το τραίνο της Αγάπης - Θανάσης Νιάρχος

  Rene Magritte ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ Το τραίνο της αγάπης Αγνοεί Το σκληρό αλάτι Που μ’ αυτό κάθε πρωί Η χοντρή κυρία Πλένει το σώμα της Διατηρώντας την απόσταση Ανάμεσα Στους λευκούς και τους μαύρους, Ενώ σ’ ένα σκοτεινό τούνελ Αιφνίδιες λάμψεις Φωτίζουν Το αλφάβητο Μιας αγέννητης γλώσσας Σε μια ρόγα από σταφύλι. Έπεσαν οκτώ σπουργίτες Ραμφίζοντας τη φράση «Άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου» Άγνωσται;

Δεν με χωράει το σώμα μου - Γιάννης Κοντός

  Δεν με χωράει το σώμα μου   Δεν με χωράει το σώμα μου. Θέλω να επεκταθώ, να φύγω.  Ανοίγω τη βρύση. Τρέχει το νερό. Τρέχει η νύχτα.  Σκύβω να πιω, να ξεχάσω.  Κτυπάω πάνω στο πεθαμένο μου πρόσωπο.  Ανάβει μια φωνή. Φωνή της σιωπής.  Η ροή της μνήμης με τινάζει πίσω στο κορμί σου.  Τώρα που γράφω το φεγγάρι χάνεται στα σκέλια σου και το χορτάρι ψηλώνει άγριο, κόκκινο, σαν φωτιά.  Όλα τ’ άλλα τυλιγμένα σε υαλοβάμβακα.  Μόνο τα μαλλιά σου τρίζουν και μεγαλώνουν,  αγνοώντας τα πολιτικά συστήματα και την τριγωνομετρία.

Ας φρόντιζαν - Κωνσταντίνος Καβάφης

  Κατήντησα σχεδόν ανέστιος και πένης. Αυτή η μοιραία πόλις, η Αντιόχεια όλα τα χρήματά μου τα ’φαγε: αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο.   Αλλά είμαι νέος και με υγείαν αρίστην. Κάτοχος της ελληνικής θαυμάσιος (ξέρω και παραξέρω Αριστοτέλη, Πλάτωνα· τί ρήτορας, τί ποιητάς, τί ό,τι κι αν πεις). Από στρατιωτικά έχω μιαν ιδέα, κι έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων. Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά. Στην Αλεξάνδρεια έμεινα έξι μήνες, πέρσι· κάπως γνωρίζω (κι είναι τούτο χρήσιμον) τα εκεί: του Κακεργέτη βλέψεις, και παλιανθρωπιές, και τα λοιπά. Όθεν φρονώ πως είμαι στα γεμάτα ενδεδειγμένος για να υπηρετήσω αυτήν την χώρα, την προσφιλή πατρίδα μου Συρία. Σ’ ό,τι δουλειά με βάλουν θα πασχίσω να είμαι στην χώρα ωφέλιμος. Αυτή είν’ η πρόθεσίς μου.   Αν πάλι μ’ εμποδίσουνε με τα συστήματά τους — τους ξέρουμε τους προκομμένους: να τα λέμε τώρα; αν μ’ εμποδίσουνε, τί φταίω εγώ. Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα, κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει, θα πάγω στον αν...

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά- Κατερίνα Γώγου

  Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά πού κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μέτς. Κάνουν ότι λάχει. Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους διερμηνείς σε καμπαρέ τής Ζήνωνος επαγγελματίες επαναστάτες παλιά τούς στρίμωξαν και τά κατέβασαν τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν αλλά βλέπουν όνειρα και δέν κοιμούνται. ‘Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα στις ταράτσες παλιών σπιτιών Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη. πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες απειλητικές σιωπές κολπίτιδες ερωτεύονται ομοφυλόφιλους τριχομονάδες καθυστέρηση το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς. Κάνουν ό,τι λάχει. Ολο ταξιδεύουν οι φίλοι μου γιατί δεν τούς αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή. “Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα γιατί τούς ρημάξατε το κόκκινο ...

Καλημέρα σκύλε (Μπόρις Βιαν- Μετάφραση Α. Φωστιέρης- Θ. Νιάρχος)

  Βλέπω στο δρόμο ένα σκυλί Του λέω: Τι κάνεις σκύλε; Φαντάζεστε ποτέ να μ’απαντούσε; Όχι; Ε, να λοιπόν που ωστόσο μ’ απαντάει Αν και γι’αυτό βεβαίως εσείς δε δίνετε πεντάρα Έτσι όταν βλέπω γύρω μου ανθρώπους Να προσπερνάνε τα σκυλιά χωρίς καν ένα βλέμμα Νιώθω βαθιά ντροπή για τους γονιούς τους Και των γονιών τους τούς γονιούς Γιατί μια τόσο φοβερή ανατροφή Προϋποθέτει τρεις γενιές -δεν υπερβάλλω διόλου!- Σύφιλη κληρονομική Όμως προσθέτω -Μην τυχόν και ταραχτεί κανένας- Ότι τα πιο πολλά σκυλιά συνήθως δε μιλάνε.     [Μετάφραση: Αντώνης Φωστιέρης, Θανάσης Νιάρχος]  

Άρχισε μια σιγανή βροχή…- Μανόλης Αναγνωστάκης

  Άρχισε μια σιγανή βροχή… Έπεφτε μια κίτρινη παλιά βροχή… Γ. Κ. Άρχισε μια σιγανή βροχή αργά προς το βράδυ. Στις πολιτείες ο ουρανός φαίνεται μιαν απέραντη λασπωμένη πεδιάδα Κι η βροχή είναι μια καλοσύνη, όσο να πεις, δε μοιάζει διόλου με το θάνατο Μπορείς να βαδίζεις κάποτε χωρίς κανένα σκοπό ή με σκοπό —σου είναι αδιάφορο— 5 Μιαν εποχή μακρινή και νεκρή σα μια βίαια σκισμένη πολυτέλεια. Εγώ συλλογίζομαι πώς και γιατί άραγε μια βροχή μπορεί να σου θυμίζει τόσα πράγματα —Χωρίς αμφιβολία είναι τόσο ανόητο να τα στοχάζεσαι όλα αυτά μια τέτοιαν ώρα— Συλλογίζομαι όμως στις ζεστές χειμωνιάτικες κάμαρες μιαν αλλιώτικη μυρουδιά Ύστερα από τις 6 με τα κλειστά παραθυρόφυλλα και τ’ αναμμένο φως 10 Ή μια γωνιά δίπλα στο τζάμι σ’ ένα μεγάλο καφενείο με τις αδιάφορες φωνές. Τα συλλογίζεσαι όλα αυτά με τον πιο απλούστερο τρόπο ολωσδιόλου παιδιάστικα Μπορείς να λησμονείς το κάθε τι, τί τάχα να γυρεύεις εδώ μια τέτοιαν ώρα Εσύ, ο διπλανός σου, όλος αυτός ο κόσμος που πορεύεται δίπλα σου μες στο σ...

Επιτύμβιον - Μανόλης Αναγνωστάκης

  Πέθανες — κι έγινες και συ: ο καλός. Ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης. Τριάντα έξι στέφανα σε συνοδέψανε, τρεις λόγοι αντιπροέδρων, εφτά ψηφίσματα για τις υπέροχες υπηρεσίες που προσέφερες.   Α, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο το 'ξερα τι κάθαρμα ήσουν, τι κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα. Κοιμού εν ειρήνη δε θα 'ρθω την ησυχία σου να ταράξω. (Εγώ, μια ολόκληρη ζωή μες στη σιωπή θα την εξαγοράσω πολύ ακριβά κι όχι με τίμημα το θλιβερό σου το σαρκίο). Κοιμού εν ειρήνη. Ως ήσουν πάντα στη ζωή: ο καλός, ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης.   Δε θα 'σαι ο πρώτος ούτε δα κι ο τελευταίος.

Θα σε πάρω εγώ Παιδάκι μου όταν φτάσω- Φοίβος Δεληβοριάς

  Που είσαι τώρα φως μου Ήτανε γραμμένο Νάμαι εδώ για πάντα Να σε περιμένω   Όσο κι αν κρατήσει Να μην το ξεχάσεις Όταν φτάσεις πάρε Πάρε όταν φτάσεις   Θα το γράψει ο τοίχος Θα το γράψει ο βράχος Πως δεν ήταν μόνο Ενός ανθρώπου λάθος   Θα το πει η σημύδα Θα το πει κι ο κέδρος Πως εδώ σκοτώνει Όπου βρει το κέρδος   Θα το πει η λεβάντα Θα το πει η μυρσίνη Πως κυλάει στα μάτια Η δικαιοσύνη   Μάτια του παιδιού μου Που δεν θα φιλήσω Δεν υπάρχει τρόπος πια Να σταματήσω   Μέχρι νάρθει ο πήχης Και το χαλινάρι Μέχρι να ‘ρθει η Νέμεσις Και να τους πάρει   Αν δεν βρω το τέρμα Δεν θα ησυχάσω Δεν θα σταματήσω Δεν θα ξαποστάσω   Δεν θα κάνω πίσω Και δεν θα ξεχάσω Θα σε πάρω εγώ Παιδάκι μου όταν φτάσω