Γεγονός είναι ότι στις μεγάλες πόλεις ο πλησίον μας παραήρθε κοντά. Ποιος είναι αυτός που έρχεται από απέναντι; Κύριος οίδεν. Είναι υπάλληλος, μικροαστός, μετανάστης, μίστερ τίποτας, κακοποιός, διεστραμμένος, ανθρωπάκι; Ήδη ο Τερζάκης, στα προχουντικά άρθρα του –γέρων πια–, ομολογούσε ότι περπατάει στην πόλη κι όλο σκέπτεται μήπως φάει καμιά καπελιά. Σήμερα αυτό είναι πλέον κοινό αίσθημα. Αυτός που έρχεται κι αυτός που ακολουθεί είναι αρνητικές δυνάμεις. Άρα τίθεται το ζήτημα της αμύνης. Σε περίπτωση αδίκου επιθέσεως τι κάνουμε; Τρώμε ξύλο και λέμε κι ευχαριστώ; Παραδίδουμε το πορτοφόλι μας και ζητάμε συγγνώμη; Προβάλλουμε αντίσταση; Και με τι μέσα; Την απάντηση τη δίνουν οι πολεμικές τέχνες, που χρόνια τώρα διδάσκουν θάρρος, τεχνικές αμύνης κι επιθέσεως, λαβές, χτυπήματα – ό,τι χρειάζεται δηλαδή για να τη βγάλουμε καθαρή. Στα διαφημιστικά της οθόνης παρακολουθούμε προγυμναστές που στρώνουν κάτω τον αντίπαλο προτού καν βγάλει κιχ. Αμυνόμενους που στρέφουν τη βία του αντιπάλου εναντίον του με συνοπτικές κινήσεις. Γυναίκες που ξαπλώνουν κάτω νταγλαράδες ώσπου να πεις κύμινο. Ο θεατής αναρωτιέται: «Ρε, είμαστε τόσο δυνατοί και δεν το ξέρουμε; Μήπως, αντί να κωλώνουμε, πρέπει να τους ξεκωλώνουμε;». Μια δοκιμή θα σας πείσει.
Είναι γεγονός ότι περισσότερο μας πλήττει ο φόβος παρά ο αντίπαλος. Κατά συνέπεια, τα γυμναστήρια όπου μοιράζεται το θάρρος κάνουν καλή δουλειά. Προετοιμάζουν τον πολίτη για το χειρότερο μαθαίνοντάς του τις καλύτερες μορφές αμύνης. Το ρίαλ αϊκίντο, όπως παλιά το ζίου ζίτσου, φιλοδοξεί να κάνει τον «λίγο» πολίτη «πολύ» και να του προσδώσει αυτοπεποίθηση. Για κάθε επίθεση υπάρχει λύση. Για κάθε χτύπημα υπάρχει αντι-χτύπημα. Κάθε άτυχη συνάντηση μπορεί να αποτραπεί. Ένας οξύχολος φίλος, που σε κάθε παρκάρισμα ήταν έτοιμος να καλέσει τον αντίπαλο σε μονομαχία, μας έλεγε αν τελικά πρέπει να μάθει καράτε. Εμείς, φυσικά, μπουγιάραμε την επιθυμία του. Μάθε για να δείρεις και μερικούς δικούς μας εχθρούς. Οπότε η πλάκα συνεχιζόταν με τα κιλά. Ας πούμε ότι σου κληρώσει έναν στα ογδόντα κιλά και θέλεις να τον ρίξεις στο καναβάτσο – μπορείς να τον κουμαντάρεις; Κι αν πέσει πάνω σου; Κι αν σε πατήσει και σε ξενυχιάσει; Θα προλάβεις να βγάλεις τα γυαλιά σου; Δεν λυπάσαι τα δόντια σου που μόλις τα φόρεσες και κάνουν ένα σκασμό λεφτά; Αν του δώσεις το πορτοφόλι, φτηνότερα θα σου ’ρθει!
Κάποιος άλλος –φίλος κι αυτός από τα παλιά–, που γνώριζε αϊκίντο από τα γεννοφάσκια του, το έλεγε η περδικούλα του δηλαδή, όταν κάποτε βρέθηκε σε θέση μάχης απέναντι σε κάποιον που του δήλωσε: «Πρόσεχε, ξέρω καράτε!», του απάντησε ψυχρά: «Εγώ ξέρω βαράτε!», και τον καταχέρισε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου