Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2023

«Όποιος δε γνώρισε τη βροχή του Αη Στράτη δεν ξέρει τι θα πει θάνατος». Κώστας Βάρναλης – Γιώργος Φαρσακίδης

 

ΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΚΑΙΝΕ

ΑΗ – ΣΤΡΑΤΗΣ

ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ ΤΟΥ κ. Κ. ΒΑΡΝΑΛΗ

Θυμώσανε τα ποτάμια της Β. Ελλάδας. Κάμποι και πολιτείες γενήκανε θάλασσα. Φωνάζουν οι ναυαγοί:

― Βοήθεια!

Το κράτος ακούει, αλλά γυρίζει από τ’ άλλο πλευρό. Ασχολείται με τα υψηλά και μεγάλα. Έλληνες φωνάζουν. Δεν είναι ξένοι να διατάζουν!… Και τα νερά, τι να κάνουν; Αποσύρονται μοναχά τους!

Φωνάζουν, λοιπόν, οι Έλληνες. Αλλά φωνάζουν κ’ οι μη Έλληνες; Οι εξόριστοι τ’ Αη Στράτη; Ναυαγοί κι αυτοί! Με ποιο δικαίωμα!

― Βοήθεια! Πνιγήκαμε.

Αη Στράτης. Διάνοιξη της κοίτης των χειμάρρων μετά από πλημμύρα. Αρχείο Βασίλη και Βύρωνα Μανικάκη. Πηγή: Μουσείο Δημοκρατίας Άγιος Ευστράτιος

Και βέβαια πνιγήκανε. Υπάρχει ο κατακλυσμός του Νώε. Που βαστάει σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες. Τα χώματα γίνοντα πηλός, τα μαύρα καλντερίμια γλύστρες. Τα δέντρα σαπίζουνε. Τα σπίτια λιώνουνε! Και το ξεροπόταμο, που αρχίζει από το Μετόχι και κατηφοράει κατά τη θάλασσα, γίνεται Ρίο Γκράντε και παρασύρει και τα ριζιμιά λιθάρια. Που ν’ ανθέξουνε τα χάρτινα τσαντήρια, όπου τους στεγάζει ο «δυτικός» ανθρωπισμός του «πατρικού» μας κράτους!

Όποιος δε γνώρισε τη βροχή του Αη Στράτη δεν ξέρει τι θα πει θάνατος. Όλα κι όλοι μουσκεύουνε. Οι γεροί αρρωσταίνουν, οι άρρωστοι πεθαίνουν. Το πέλαγο λυσσομανά. Βαπόρι και πλεούμενο δε ζυγώνει. Σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες. Μόνον η Κιβωτός του Νώε θα μπορούσε ν’ αντιμετωπίσει αυτήν την οργή του Θεού! «Και εγένετο κατακλυσμός τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας επί της γης και επήρε την Κιβωτόν και υψώθη από της γης… Και απέθανε πάσα σαρξ κινούμενη… και πας άνθρωπος…»…

Πώς ν’ ανθέξουνε σ’ αυτόν τον κατακλυσμό τα χάρτινα τσαντήρια των εξορίστων;

 

Δεν είναι σήμερα. Δεν είναι χτες. Χρόνια πολλά, εικοσιπέντε χρόνια, χρησιμοποιείται το ξερόνησο για τόπος «περισυλλογής» των πολιτικών αντιπάλων του κράτους. Και κάθε χρόνο με την ίδια μαθηματικήν ακρίβεια, τέτιον καιρό, πνίγονται με τον ίδιο τρόπο οι ίδιοι ά ν θ ρ ω π ο ι ― παρντόν δια την φράσιν! Και το Κράτος ανακουφίζεται. Η Φύσις έρχεται προς βοήθειάν του!

Εκτελεί αυτή ό,τι επιθυμεί το Κράτος: αραιώνει το μπουλούκι των… αμαρτωλών!

Ο κατακλυσμός του Νώε έγινε το καλοκαίρι και μόνο μια φορά. Ο κατακλυσμός του Αη Στράτη γίνεται χειμώνα και κάθε χρόνο. Άρα τους ναυαγούς δεν τους πολεμάει μονάχα το νερό παρά κι ο χιονιάς. Κάθε χρόνο! Όλοι τους είναι άρρωστοι και τριάντα του θανατά. Και κάθε χρόνο ζητάνε «βοήθεια»! Να τους στείλει το Κράτος τρόφιμα, ρούχα, φάρμακα και να τους επιτρέπει να καταφύγουνε σε σπίτια του χωριού. Και κάθε χρόνο το Κράτος «μελετά»!… Και ξέρετε τι ’ναι τα σπίτια; Κόσκινα. Η βροχή μπαίνει, αλλ’ επιτέλους δεν πνίγει. Ο χιονιάς μπαίνει, αλλ’ όχι ολάκερος…

Τέτια ζητήματα δεν «χρήζουν μελέτης». Ολίγη ανθρωπιά και ντροπή χρειάζεται.

 

Όταν δημοσιευόταν το χρονογράφημα του Κώστα Βάρναλη ο Γιώργος Φαρσακίδης βρισκόταν για δεύτερη φορά εξόριστος στον Αη Στράτη. Δεν ήταν λίγες οι φορές που μαζί με τους συνεξόριστους συντρόφους του ήρθαν αντιμέτωποι με τη μανία της φύσης, που λες και συμμαχούσε με το «Κράτος» στην επιχείρηση «συμμόρφωσης» και «σωφρονισμού» των «εχθρών» της πατρίδας.

Υπήρχαν και φορές, όμως, που οι εξόριστοι στέκονταν πιο «τυχεροί», όπως περιγράφει ο Γιώργος Φαρσακίδης.

«Πλυμμήρα». Ξυλογραφία σε όρθιο ξύλο και φυσικό μέγεθος. Στην κορφή δεξιά το φυλάκιο του Αη Μηνά κι ο σταυρός απ’ το μνημείο στους νεκρούς εξόριστους της Κατοχής. Μέσα στην κρύπτη του, τριάντα τρία κρανία με τ’ όνομα του καθενός.

Ο χειμώνας δε χωρατεύει στον Αη Στράτη

Ο χειμώνας δε χωρατεύει στον Αη Στράτη. Το νησί καταμεσίς του πελάγου δέρνεται απ’ όλους τους αέρηδες. Το μπουγάζι από τη Μαύρη Θάλασσα φέρνει το χιονιά, μουδιάζει τη ζωή στο νησί. Με τις μεγάλες κακοκαιρίες θεόρατα κύματα σπάνε μουγκρίζοντας, σκεπάζουν τ’ απότομα βράχια με άχνη υδάτινη κι ο αχός τους, μούγκρισμα θεριών, αντιλαλεί καμιά φορά για μερόνυχτα, ως πέρα στις ρεματιές του στρατοπέδου.

Όσα μέτρα κι αν πάρεις, το πανί, το περιτοίχισμα, το μαγκαλάκι, ελάχιστα προστατεύουν από το κρύο. Τις νύχτες με παγωνιά, στριφογυρίζεις μες στα στρωσίδια, να βολευτείς να μη σε βρίσκουν οι στάλες του χιονόνερου, οι παγωμένες ριπές του αέρα.

Κι αλίμονο τέτοια νύχτα αν δεν αντέξουνε, το σαπισμένο καραβόπανο, ο «ορθοστάτης» τ’ αντίσκηνου, αν έχουν μποσκάρει οι πάσσαλοι. Αλίμονο σ’ όποιους άγρια μεσάνυχτα βρεθούν με γκρεμισμένη σκηνή, κάτω απ’ το χειμωνιάτικο ουρανό.

Λίγο πριν τη δικτατορία της Χούντας, είχαμε στρώσει κουβέντα με φίλους για το «πώς νιώθεις την ευτυχία»!

Και θυμάμαι πως κάπως παράδοξα τους φάνηκαν τα λόγια μου. Χτες νύχτα, τους είχα πει, με μισοξύπνησε η βροχή κι είχα απλώσει το χέρι, να δω αν στάζει κι αν μούσκεψαν οι κουβέρτες. Μην το πάει για πλημμύρα, ήταν το πρώτο που πέρασε απ’ το νου μου. Να τρέξουμε να γλιτώσουμε ρούχα και σκηνικά, μην παρασύρει και πάλι ο χείμαρρος τ’ αντίσκηνα του Θεάτρου.

Αη Στράτης. Ο Γιώργος Φαρσακίδης προσπαθεί να περισώσει ένα κομμάτι από σκηνικό θεάτρου σε πλημμύρα του 1951. Αρχείο Γ. Φαρσακίδη.

Κι όταν κατάλαβα τελικά πως βρίσκομαι κάτω από στέγη, πως μπορούσα να ξανατυλιχτώ στη ζεστασιά της κουβέρτας ως το πρωί, σκέφτηκα τότε πως η ζωή είναι, μα παραείναι ωραία!

Γιώργος Φαρσακίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Όχι άλλο κάρβουνο

 

ευανάγνωστα