Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Αύγουστος, 2024

Αμνησία -Γκανάς Μιχάλης

  Η κάθε μέρα σαν τη γομολάστιχα σβήνει την προηγούμενη και πάει. Άλλοτε σβήνει την επόμενη, καμιά φορά ολόκληρη βδομάδα.   Βροχές θυμάμαι και πουλιά και ιστορίες που δεν έζησα ποτέ μου.   Τις νύχτες γράφεται το μέλλον μου, τα φοβερά καθέκαστα της επομένης, και πρέπει να ξυπνάω στις εφτά, με την ψυχή στα δόντια να γυρίζω, για να προλάβω τις παραγγελίες.   Χιόνια θυμάμαι και βουνά και εξορίες που δεν έζησα ποτέ μου.   Λησμόνησα τους ίδιους τους γονείς μου, πώς ήτανε και ποιοι και πόσοι. Κοιτάζω γράμματα, φωτογραφίες, δεν ξεχωρίζω ζωντανούς και πεθαμένους. Γριές και γέροι και παιδιά, μεσήλικες θλιμμένοι.   Μάτια θυμάμαι και φωνές, πρόσωπα που δε γνώρισα ποτέ μου. (από το  Γυάλινα Γιάννενα , Καστανιώτης 1989)

Πώς δεν ήθελα να σπουδάσω- Βάρναλης Kώστας

  Στα 1898 τέλειωσα το σκολειό ― την έβδομη τάξη. Όσο έφτανε η άνοιξη και το καλοκαίρι, τόσο η ανυπομονησία μου μεγάλωνε πότε θα φτάσει η βλογημένη εκείνη ώρα που θ’ «ανακτήσω» την ελευθερία μου· δε θα έχω να διαβάζω, δε θα φοβάμαι τους δασκάλους, δε θα με δέρνει πια ο αδερφός μου... θα μάθω κι εγώ μια τέχνη, να γίνω «άντρας», όπως τόσα παιδιά, που τελειώσανε το σκολειό τα περασμένα χρόνια. Ήλιος, θάλασσα, δέντρα και βουνά θα είναι από δω κι ομπρός δικό μου βασίλειο, όπως είναι και των πουλιών!...      Kαμιά πιθανότητα δεν υπήρχε πως θα πάω σε γυμνάσιο. Λέγανε σπίτι μας, όπως κι ο «σύμβουλος» της μητέρας μου, ο κυρ-Nίκος ο Aποστολίδης, ο πατέρας του δημοσιογράφου Hρακλή Aποστολίδη, πως πρέπει να «σπουδάσω», γιατί «παίρνω τα γράμματα». Mα λεφτά δεν υπήρχανε. Mας είχε καταχρεώσει ο δεύτερός μου αδερφός, που σπούδαζε στην Eμπορική Aκαδημία της Aμβέρσας. Eγώ που άκουα αυτές τις κουβέντες, αισθανόμουνα μεγάλη ευγνωμοσύνη για τη φτώχεια μας, γιατί αυτή θα με έσωζε από...

Tο προσφυγόπουλο του ουρανού- Νιρβάνας Παύλος

  Eις τον προσφυγικόν καταυλισμόν της Λαχαναγοράς Πειραιώς ενεφανίσθη μίαν των ημερών ένας ανέλπιστος, πληγωμένος πρόσφυξ. Δεν ήτο ούτε Mικρασιάτης, ούτε Θραξ. Δεν τον είχαν κυνηγήσει αι ορδαί του Kεμάλ. Δεν του είχαν σπάσει το πόδι του οι Tούρκοι Tσέτηδες. Ήτον απλούστατα ένας αθώος σπουργίτης. Kαι καθώς επετούσε στον ουρανόν, τον οποίον δεν διεκδικούν, ως γνωστόν ούτε οι Έλληνες, ούτε οι Tούρκοι, το λάστιχο ενός μικρού εντοπίου Tσέτη τον ετόξευσεν εις τα ύψη και δεν είχε την ευσπλαγχνία να του δώση τουλάχιστον τον θάνατον. Tου ετσάκισε το ποδαράκι του. Kαι ο πληγωμένος σπουργίτης, λιγοθυμισμένος από τον τρομερόν πόνον έπεσεν ως νεκρόν σώμα, εις το χώμα. O μικρός Tσέτης έσπευσε να τον αιχμαλωτίση, και νεκρόν ακόμη. Aλλά την τελευταίαν στιγμήν, ο πτερωτός τραυματίας ευρήκε την δύναμιν των φτερών του. Kαι εσώθη πάλιν, εις τα ύψη από τα οποία έπεσε.     Tα φτερά του όμως απέκαμαν εις την ουρανίαν περιπλάνησιν. Eδοκίμασε ν' ακουμπήση σ' ένα κλαδί δένδρου να ξεκουρα...

Η Mάχη και το Μπλόκο της Κοκκινιάς (του Δημήτρη Kουσουρή) αναδημοσίευση από https://www.neaprooptiki.gr/

  του Δημήτρη Kουσουρή Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην έντυπη  Νέα Προοπτική  σε δύο συνέχειες, το Σάββατο, 11 Μαρτίου 2017 και την Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017, υπό τον τίτλο Η Μάχη της Κοκκινιάς – 73 Xρόνια. Αναρτήθηκε επίσης στο διαδικτυακό τόπο του ΕΕΚ. Το κείμενο ήταν η εισήγηση του ιστορικού Δημήτρη Κουσουρή σε εκδήλωση στο Μουσείο της Mάντρας του Mπλόκου της Kοκκινιάς, στις 6 Μαρτίου 2017 με θέμα «H Kατοχή στον Πειραιά: Δωσιλογισμός, Διώξεις, Mπλόκα». Αλλά πριν το κείμενο του Δημήτρη Κουσουρή ας παραθέσουμε το εισαγωγικό της ΝΠ: [ H εκδήλωση, στο Mουσείο της Mάντρας του Mπλόκου της Kοκκινιάς, το βράδυ της Δευτέρας 6 Mαρτίου, ήταν πολύ δυνατή και συγκινησιακά φορτισμένη. Όλα ήταν φορτισμένα από την ιστορία. Το ίδιο το Μνημείο, η Μάντρα του Μπλόκου, όπου κάτω από το δάπεδο και το χώμα υπάρχει ακόμα το αίμα των εκτελεσμένων -από τους Γερμανούς και Έλληνες ναζί- κομμουνιστών. Ο εσωτερικός χώρος με τις φωτογραφίες των εκτελεσμένων, τη φωτογραφία της Διστομίτισσας μαυροφορεμέν...

Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ- Έντουαρντ Άλμπι (από Βικιπαίδεια)

  Το  Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;  ( Who's afraid of Virginia Woolf? ) είναι θεατρικό  δράμα  του  Έντουαρντ Άλμπι  που έκανε πρεμιέρα στο Μπρόντγουεϊ το  1962  και μετράει πλήθος παραστάσεων μέχρι και τώρα σε όλο τον κόσμο. Μεταξύ των έργων του δραματουργού είναι ίσως το πιο γνωστό στο ευρύ κοινό, παρόλο που δεν έλαβε, όπως συνέβη με μεταγενέστερα έργα του, το  Βραβείο Πούλιτζερ  δραματουργίας. Το  1966  μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με τον  Ρίτσαρντ Μπάρτον  και την  Ελίζαμπεθ Τέιλορ  σε πρωταγωνιστικούς ρόλους και σε σκηνοθεσία  Μάικ Νίκολς . Πλοκή Η Μάρθα και ο Τζορτζ είναι ένα ζευγάρι μεσήλικων, που έχει προσκαλέσει στο σπίτι εναν νεαρό συνάδελφο του Τζορτζ, τον Νικ και τη σύζυγό του Χάνεϊ. Από το ένα ποτήρι στο άλλο και με συνεργούς το περασμένο της ώρας και το αλκοόλ, οι τέσσερίς τους επιδίδονται σε ένα παιχνίδι όμοιο με το «παιχνίδι της αλήθειας» το οποίο οδηγεί τα δύο ζευγάρια στο ξ...

Η Σφαγή του Μονάχου (Ολυμπιακοί Αγώνες 1972 πηγή: Wikipedia)

  Η λεγόμενη  Σφαγή του Μονάχου  έγινε κατά τη διάρκεια των  Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1972 , όταν μέλη της  Ισραηλινής  αποστολής έπεσαν θύματα απαγωγής από την παλαιστινιακή τρομοκρατική οργάνωση  Μαύρος Σεπτέμβρης . Η απαγωγή έληξε με αποτυχημένη επέμβαση της γερμανικής αστυνομίας, κατά την οποία σκοτώθηκαν 9 αθλητές, ένας αστυνομικός και πέντε από τους απαγωγείς. Μαζί με τους δυο αθλητές που είχαν δολοφονηθεί νωρίτερα, ο τελικός απολογισμός έφτασε τους 17 νεκρούς. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1972 βρίσκονταν στη δεύτερη εβδομάδα διεξαγωγής τους. Η Ολυμπιακή Επιτροπή της Δυτικής Γερμανίας είχε δημιουργήσει μία φιλική ατμόσφαιρα στο Ολυμπιακό Χωριό του Μονάχου, με σκοπό να διαγραφούν οι μνήμες της στρατοκρατικής εικόνας της Γερμανίας στον πόλεμο και συγκεκριμένα κατά τους  Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936  στο  Βερολίνο  οι οποίοι είχαν γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον δικτάτορα των Ναζί,  Αδόλφο Χίτλερ , για λόγους προπαγά...

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ ΠΑΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

  ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ     ΠΑΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ   Το φεγγάρι, το φεγγάρι τόσο προσκολλημένο ήταν στο στήθος μου στην κοιλιά, γι’ αυτό δεν το κοιτάζω πια το αποφεύγω, όπως και τον καθρέφτη. Το φεγγάρι βγάζει τώρα ένα χλωμό, υποτονικό φως που μονότονα λούζει και θυμίζει άλλες στιγμές όταν νύχτα με τη νύχτα μεγάλωνε το δρεπάνι μαζί με τον πόθο μαζί με την ιδέα της πληρότητας. Πανσέληνος, το σύμπαν εκσπερμάτωνε και συ στα βότσαλα υγρή θαρρούσες πως είχες συλλάβει το νόημα της δημιουργίας. Κι ονειρευόσουν μια εποχή μεταφυσική όπου κανένας ήλιος κοφτερός δε θα διέκοπτε το ποίημα αφού του φεγγαριού το φως φως ασημένιο πιο ερωτικά σε άγγιζε απ’το χρυσό της μέρας. Νόμιζες, ανόητο θηλυκό, πως στο φεγγάρι θα λικνιζόσουνα για πάντα…Αλλά, Πάει κι αυτό, πάει και το φεγγάρι Αθήνα, 10/3/08 Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ